Στην παρακάτω ανάρτηση προβάλλεται βιντεοσκόπηση για γερά νεύρα της Σοφίας Φραγκούδη από παρουσίαση στον Ιανό δύο βιβλίων (προσοχή, είναι περίπου δυο ώρες). Το ένα είναι μυθιστόρημα μιας δεκάχρονης δικαστικής περιπέτειας (Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα…) και το άλλο με διηγήματα της παιδεμένης ζωής, της Μάνας και της γαμημένης κρίσης/πολέμου (Το γηροκομείο του παραδείσου).
Posts Tagged ‘Κακαράς’
Δύο βιβλία γεννήθηκαν από τη ζωή και τη γαμημένη κρίση
5 Ιανουαρίου, 2016Ο Τσαγκάρης που ‘ναι περήφανος για τη δουλειά του
16 Δεκεμβρίου, 2015Τα τακούνια και το Δέντρο των Χριστουγέννων
-Να πάρεις μια κότα…
-Μάλιστα,
-Να την ξεπετσιάσουν, πρόσεξε τι λέω, και να κόψουν και τον κώλο,
-Αποκλείεται, δεν παίρνω τέτοια κότα,
-Για το παιδί είναι όχι για σένα, κάνε τι σου λέω, πάρε και ψωμί απ’ το φούρνο,
-Εν τάξει,
-Και ένα γάλα, ένα μόνο, μπλε…
-Φεύγω,
-Περίμενε, πάρε και υλικά για τοστ, τυρί χωρίς λιπαρά και όχι καπνιστές βλακείες και τέτοια, θα το πετάξω,
-Τέλειωνε έχω δουλειά,
-Να πάρεις και ψωμί για τοστ πολύσπορο, όχι τις βλακείες που μου φέρνεις,
-Δεν μπορώ να ψάχνω μια ώρα να βρω το πολύσπορο, έχουν είκοσι ειδών κομμένα ψωμιά,
-Δεν έχουν είκοσι μόνο δέκα έχουν, όλο υπερβολές είσαι, φύγε. Τον κάλεσε μόλις ήταν έτοιμος να βγει απ’ το μαγαζί,
-Να μην ξεχάσεις και μπανάνες,
-Εγώ να μην ξεχάσω, εσύ δεν μου το ‘πες, άντε τώρα μην πω τίποτα,
-Και μη τυχόν σταματήσεις στο Βαγγέλη, μη νομίζεις πως δεν ξέρω τι κάνεις, το νου σου. Σταμάταγε τελευταία στο καφενείο που τον περίμενε το ούζο που παράγγελνε περνώντας για τα ψώνια, στον Βαγγέλη τον Αλβανό, έτσι με ονομάσανε, Βαγγέλη, το ‘πινε σχεδόν στα όρθια και νόμιζε πως δεν τον καταλάβαινε κείνη, στην αρχή δεν του ‘πε τίποτα, σαν το παράκανε του όρμισε, και τι να κάνει … αραίωσε τις επισκέψεις.
Γυρίζοντας βρήκε να βήχει τον έναν απ’ τα τσιλιβυθράκια, τον παρκάρισαν εκεί μην έχοντας άλλη λύση, και μια σακούλα με μπότες κι ένα ζευγάρι χαμηλά παπούτσια της καγκελοφρυδάτης που έπρηξε τη μάνα της τηλεφωνικά να μην τον πλησιάζουν, θα κολλήσετε και χαθήκαμε, και εντολή να την πάρει τούτος για οδηγίες.
-Λέγε, τη ρώτησε, τι θέλουν τα ρημάδια,
-Ποια ρημάδια μπαμπά,
-Τα παπούτσια που μου ‘στειλες,
-Α, το ένα ζευγάρι, οι μαύρες, είναι καινούργιες αλλά γλιστράνε και θέλουν τακούνια,
-Αυτό θα πω, τακούνια,
-Ναι αλλά όχι ψηλά, χαμηλά,
-Εν τάξει, χαμηλά,
-Και το ίδιο χρώμα,
-Τέλειωνε,
-Το άλλο ζευγάρι, οι καφέ, είναι δουλεμένες αλλά γλιστράνε, και θέλουν τακούνια προφανώς,
-Και προφανώς, δεν μπορείς να μου πεις και για τις δυο πως θέλουν τακούνια, αλλά προτιμάς να περιγράψεις και το χρώμα,
-Μπαμπά,
-Λέγε να τελειώνουμε κάποτε,
-Το τρίτο το ζευγάρι…
-Γλιστράει κι αυτό,
-Πώς το κατάλαβες, αλλά ίσως χρειάζεται και σόλες,
-Παιδάκι μου, αν βάλει σ’ αυτό σόλες, θα γίνουν άρβυλα,
-Κάνε τι σου λέω, Μπαμπά, ξέρει ο τσαγκάρης,
-Και γω ξέρω αλλά…
-Μπαμπά είπα, ξέρει ο τσαγκάρης, λοιπόν σ’ αφήνω, και του ‘κλεισε το τηλέφωνο, η μοσχομυρωδάτη, κι αυτός έβγαζε καπνούς απ’ τ’ αφτιά, Τρία ζευγάρια αρβυλοπάπουτσα που χρειάζονται τακούνια και τον έπρηξε, δέκα λεπτά χαμένα, σκέφτηκε και χαμογέλασε, πάλι καλά που χουμε και τέτοια.
Πήρε τη σακούλα και σταμάτησε στον κουρέα, πέντε ευρώ η φάση, ζήταγε κι έκοβε απόδειξη,
-Θωμά, για ποιον τσαγκάρη μου ‘λεγες τις προάλλες, ήταν δυο οι παπουτσήδες, ο ένας δίπλα στον άλλον,
-Βγάζουν μεροκάματο τώρα, αυτοί κι οι γυναίκες που επισκευάζουν ρούχα, ξέρεις,
-Ναι Θωμά, ξέρω, η κρίση τα ‘φερε στην επιφάνεια,
-Ο διπλανός είναι, στο ίδιο μαγαζί με πρώτα, δεν άλλαξε τίποτα.
-Τι κάνουν και πότε να ‘ρθω, ρώτησε, ά και με τούτα τα πατούμενα που γλιστράνε, γίνεται τίποτα,
-Πώς δε γίνεται, ορίστε μ’ αυτό το λεπτό σόλιασμα ούτε θα φαίνεται ούτε θα γλιστράει, Είχε δίκιο γαμώτο μου, μουρμούρισε,
-Πολλά σας φαίνονται, ρώτησε κείνος σαν του ‘πε το κόστος,
-Κρατήσατε το παλιό τραπεζάκι της δουλειάς και τη μηχανή και τα εργαλεία, και βλέπω τα ράφια γεμάτα με παλιά παπούτσια, παρατήρησε,
-Ναι τα κράτησα και κάνουν τη δουλειά τους μια χαρά, του πεθερού μου είναι του Σωτήρη του Στεργιάκη απ’ τα Χανιά, έχουμε μάλιστα και το ίδιο όνομα,
-Πήρες θυγατέρα του, καλά έκανες,
-Ναι τη δεύτερη, δήλωσε με καμάρι ο Γιώργος που κράτησε τα παλιά σύνεργα του τσαγκαράδικου, Ξέρετε, αυτά τα εργαλεία καθώς και το τραπεζάκι, συνέχισε κείνος, τα τράβηξε παλιότερα φωτογραφίες κάποιος και τα ‘βαλε σε βιβλίο, μου το ‘πε ο Θωμάς,
-Άμα λάχει και σε ρωτάνε απαντάς πως δουλειά σου είναι τσαγκάρης, τον ρώτησε τούτος,
-Ναι γιατί όχι, το ψωμί μου βγάζω, γιατί να μην το λέω.
Στον Γιώργη τον Στεργιάκη, τον γαμπρό του Σωτήρη Στεργιάκη, του Κρητικού τσαγκάρη, που κρατήσανε κι οι δυο τους τα παλιά καλά εργαλεία και τιμούνε τα, έγραψε στο εσώφυλλο δίνοντάς του τη Λίστα του Τσαγκάρη και κείνος τον κοίταξε, όπως κοιτάνε οι καλοί άνθρωποι.
Γύρισε σπίτι του και κατέβασε το κουτί με τα υλικά για το χριστουγεννιάτικο δέντρο.
-Παππού να βοηθήσω;
-Κι απέ πώς θα στολίσει η γιαγιά το δέντρο χωρίς εσένα και τον έτερο Καπαδόκη, θα ‘ρθει κι εκείνος, να του κρατήσετε στολίδια.
Για την παιδεία, τη δημόσια διοίκηση, τη λογοτεχνία και … άλλα τινά
3 Οκτωβρίου, 2015(Σημείωση: Και εδώ ισχύουν όσα εισαγωγικά καταγράφονται στις προηγούμενες τρεις αναρτήσεις, τις σχετικές με την ίδια εκδήλωση του Ιανού με διοργανωτή τις εκδόσεις Παπαζήση, δηλαδή αδιαφορείτε για τα εγκώμια περί τον συγγραφέα μένοντας στα υπόλοιπα)
΄΄Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα» &
΄΄Το γηροκομείο του παραδείσου΄΄ &….
Παρουσίαση από την Λιάνα Κανέλλη και τον Γιάννη Κακαρά
Βιβλιοπωλείο Ιανός 29/4/2015
Παρουσίαση από την Λιάνα Κανέλλη, Βουλευτή του ΚΚΕ
Θα μιλήσω για ένα βιβλίο. Θα μιλήσω για το βιβλίο του και για τον Αντώνη και για τίποτε άλλο. Παρ’ ότι το βιβλίο προσφέρεται στον καθένα και στην καθεμιά απ’ όποια σκοπιά θέλει, ώστε να βρει προσωπικές, από ιδεολογικές μέχρι εμπειρικές, αντιστοιχίες και σχεδόν να ταυτιστεί. Που σημαίνει ότι το βιβλίο έχει μια εξαιρετική ικανότητα. Αντίστοιχη μ’ αυτήν που έχουνε τα πιο πετυχημένα φιλμ του παγκόσμιου σινεμά ανεξαρτήτως εθνικότητας – σ’ αυτό πρωτοπορούν οι Αμερικάνοι, είναι μάγκες – και τα καλύτερα ποιοτικά σίριαλ σε ολόκληρο τον κόσμο, όταν προσφέρουν ρόλους με τέτοιο τρόπο, ώστε ο κάθε ένας και η κάθε μία στην πολλαπλότητα των εναλλακτικών προσωπικοτήτων να ταυτιστούν.
Ο Κακαράς στο βιβλίο της Δικαιοσύνης μ’ έκανε να ξανασκεφτώ τον στίχο Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ, κι αυτό το νοητό είναι που έκανε να σφιχτεί η καρδιά μου, να πιάσω το βιβλίο, να προσπαθήσω να το διαβάσω πιο ρυθμικά και πιο ήσυχα, και να με αγχώσει σε τέτοιο βαθμό, που να θέλω οπωσδήποτε να το τελειώσω, και να το διαβάζω με τον ρυθμό που γράφει.
Ανέκαθεν ο Κακαράς, ο σύντροφος εδώ χωρίς αιδώ, ο σύντροφος Αντώνης, γράφει με τον τρόπο που γράφουν οι άνθρωποι που είναι σκασμένοι. Οι άνθρωποι που έχουνε συνηθίσει να δίνουνε περιεχόμενο στα γαλόνια τους, και όχι να δίνουνε τα γαλόνια τους περιεχόμενο στην υπόσταση τού τι κουβαλάει ο καθένας στον ώμο του.
Το βιβλίο λοιπόν λέει κάτι πάρα πολύ απλό, μα πάρα πολύ απλό. Ποιος έχει στα χέρια του το μαχαίρι και το πεπόνι της δικαιοσύνης. Ποιος φτιάχνει τους νόμους, ποιος κλείνει την δικονομία, ποιος έχει την γνώση, ποιος έχει τα μέσα, την πρόσβαση, το χρήμα, την υπομονή και την δυνατότητα να διαφεύγει της ποινής και να μην καταβάλει τίμημα για τα βαρύτερα των εγκλημάτων.
Συνέπεσε δε αυτόν τον καιρό να κυκλοφορήσει ενόψει της δίκης των, κατά Καμίνη, μη ιδεολογικώς ενοχοποιούμενων. Έτσι για να θυμόμαστε πού είμαστε και σε ποια πόλη. Είμαστε στην Αθήνα το 2015, και ενόψει της δίκης της Χρυσής Αυγής. Η γιγάντια προσπάθεια που γίνεται, είναι να αποϊδεολογικοποιηθεί και να αποπολιτικοποιηθεί η δίκη έτσι, ώστε όλα να πάνε απλά και μαλακά. Και το βιβλίο του Κακαρά μας εξηγεί πως γίνεται αυτό, χωρίς να αφορά αυτή τη δίκη.
Ο ήρωας είναι ένα καθίκι, ένα κάθαρμα που έχει ξεκινήσει από ένα χωριό, το οποίο όμως είναι και έξυπνο κάθαρμα, μπορεί και τελειώνει και το σχολείο και μπαίνει και στην Γεωπονική – ξέρω και άλλους από την Γεωπονική – γιατί έχει χωράφια. Δεν του πάει, αλλού ήθελε αλλά πάει στην Γεωπονική, γιατί ο πατέρας του έχει χωράφια. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τα χωράφια, είναι ο ιδιοκτήτης της γης.
Και αρχίζει την ζωή του και την σεξουαλική του έκφραση, δραστηριότητα, ωριμότητα, βατεύοντας – να αρχίσω να χρησιμοποιώ τέτοιες λέξεις ώστε να είμαι και κομψή, γιατί υπάρχει και βίντεο, που θα δω στο YouTube και θα πρέπει να απολογούμαι μετά, όπως έχω απολογηθεί και για άλλες παρουσιάσεις βιβλίων, στις οποίες πηγαίνω μόνο εάν μου αρέσει το βιβλίο, δεν με ενδιαφέρει καν ενίοτε και ποιος είναι ο συγγραφέας, στην προκειμένη περίπτωση αγαπάω πάρα πολύ τον συγγραφέα, γι’ αυτό και διάβασα και το βιβλίο του και γιατί έχω διαβάσει και τα προηγούμενα, για να κλείσω τις προσωπικές παρεξηγήσεις – βατεύει {λοιπόν το καθίκι} την αδερφή του.
Η αδερφή του δεν τολμάει να μιλήσει και αφού ασκείται σεξουαλικά, (είναι και έθιμο σε πολλές περιοχές της χώρας μας, να μένει η παρθενιά μέσα στο σόι των κοριτσιών, για να μην χαλάει το αίμα και η παράδοση του αίματος, γιατί όπως λέει και ο ήρωας, «Εγώ..» λέει «δεν είμαι κακός»), περνάει το στρατό, πηγαίνει έξω, εκπροσωπεί τη χώρα, μπαίνει μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Και μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν αφήνει μαθήτρια για μαθήτρια, τις βιάζει, τις εκβιάζει, πουλάει βαθμούς, τρώει μία καταδίκη, κάτι αναβολές κάτι τούτα, κάτι εκείνα, τρώει μία δεύτερη καταδίκη, κάτι αναβολές κάτι τούτα, κάτι εκείνα, τον κυνηγάει ο Γιάγκος.
Το πρόβλημα είναι ο Γιάγκος εδώ σ’ αυτό το βιβλίο. Πόση έλλειψη δυνατότητας έχει ο καθένας από εμάς, ως πολίτης, να είναι Γιάγκος. Να κυνηγάει το κακό, κόντρα στην γραφειοκρατία, κόντρα στην … γιατί είναι και το παραπολιτικό. Είναι το επαρχιωτόπουλο που πέτυχε στην Αθήνα, κρέμασε το σώβρακο του, το κρέμασε στην Αθήνα, είχε επαρκείς σπουδές, επαρκές όνομα, επαρκή ιστορία, χίτες, εμφύλιος, ό,τι άλλο θέλετε.
Μέσα στο πολιτικό σκεπτικό, ο συγγραφέας, μιλάει για την συμβολή του κακού στον υπέροχο δυτικό καπιταλιστικό μας κόσμο. Και το κακό παίρνει συνεχώς παράταση για να μπορεί ν’ αναπαράγει τον πολιτισμό. Πώς γράφει ο Κακαράς; Γράφει όπως θα έβριζε, όπως θα σηκωνόταν οργισμένος και θα μίλαγε. Γράφει όπως το τάβλι που σβούριξε.
Η στίξη του, για να την διαβάσεις φωνακτά, είναι αφάνταστα δύσκολη, αφάνταστα δύσκολη, έχει ανατρεπτικές προτάσεις, τα κόμματα τού λείπουν… Αν ήθελα να κάνω την έξυπνη… θα την κάνω, γιατί να μην την κάνω, όλοι κάνουμε τον έξυπνο όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο, κάνουμε και τον εαυτό μας κριτικό. Δεν είμαι κριτικός, αλλά όταν το διάβαζα είχα το αίσθημα ότι διαβάζω Τζόυς, Τζέημς Τζόυς, όταν το πρωτοδιάβασα. Γράφει σχεδόν άστικτα.
Δεν πιστεύω ότι βελτιώνει τον εαυτό του, ο Κακαράς, όταν γράφει. Και κυρίως είναι από τους ελάχιστους συγγραφείς, που δεν ξεβράζει σκελετούς και πτώματα από μέσα του. Είναι ο άνθρωπος που ξέρει τι πάει να πει, έχω αναλάβει την ευθύνη αντρών κάτω από εμένα και διαταγών πάνω από εμένα, και να παραμένω ολόκληρος ως πρόσωπο. Γράφοντας λοιπόν έτσι, πετυχαίνει κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο. Αν ξέρει κάποιος ότι έχει υπάρξει στρατιωτικός, να εύχεται, άμα του λάχει ποτέ είτε να είναι σε πολιορκία, είτε να είναι σε πόλεμο, να έχει κάποιον που από μόνος του μπορεί να είναι κόκκινος στρατός και λαός σαν στο Στάλινγκραντ.
Στο Στάλινγκραντ θες Κακαράδες, δεν θες ελεύθερους σκοπευτές. Θες αυτούς οι οποίοι μπορούν να οργανώσουνε, εκτός από την αντίσταση και εκτός από τον πόλεμο, το πώς θα επιζήσει ο πληθυσμός. Και εάν χρειαστεί, να επιζεί ακούγοντας Σοστακόβιτς . Και δεν κάνει επίδειξη ούτε εμπειριών ούτε γνώσεων. Είναι αξιωματικός της γραφής, αυτό είναι σπάνιο είδος, σπάνιο είδος.
Συνήθως οι στρατιωτικοί εάν δεν καταλήξουνε ευρωβουλευτές ( για να πετάξω και εγώ στην σπόντα μου, δεν μπορώ, δεν αντέχεται) έρχονται αντιμέτωποι με το ευρωπαϊκό δίκαιο, έχει σημασία. Πάρτε το στρατιωτικό που γράφει -είμαστε στο 2015 με αυτό το παρελθόν – για την δικαιοσύνη και το σύστημά της. Έχοντας αντιμετωπίσει το γεγονός ότι υπάρχουνε βασανιστές φρικτοί γιατροί – διάβαζα προχτές – καθάρματα του ναζισμού που δεν είναι μόνο ο Μένγκελε, είναι τόσοι… Η βαρύτερη ποινή που έχει πάρει ένας από αυτούς, ήτανε έξι χρόνια και δεν τα εξέτισε. Ένας αυτοκτόνησε μόνο, και ένας εκτελέστηκε. Όλοι οι υπόλοιποι {καταδικάστηκαν σε} 2-3-5 χρονάκια, δεν κάτσανε και μέσα, βρήκανε τρόπο γλιτώσανε, βάλανε επιστημοσύνη!
Έχω έναν συνάδελφο, πρώην βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, γιατρό, ο οποίος σήμερα μου έλεγε, ο δυστυχής, πως το νοσοκομείο τον έβαλε να πηγαίνει… (από κρατικό νοσοκομείο, εδώ στην Ελλάδα), {μάρτυρας επί} δεκατέσσερα χρόνια, και τώρα θα πληρώσει και 50.000 για συκοφαντική δυσφήμηση. Θα παρουσιαστεί από τον Ιατρικό Σύλλογο μέχρι τα δικαστήρια, εναντίον ενός γιατρού ο οποίος ξετίναζε για επιστημονική πλάκα τους ανθρώπους. Για επιστημονική πλάκα. Και δεν τον διέγραψε ποτέ, ούτε ο Ιατρικός Σύλλογος! Έφτασε να κάνει μήνυση σ’ αυτούς που καταθέτανε, και από τις είκοσι εννιά υποθέσεις τις αποδεδειγμένες, στα δικαστήρια έφτασαν τρεις.
Αυτή την εμπειρία δεν υπάρχει κάποιος από εσάς {να την έχει;} Κάπου λέει μέσα ο Κακαράς, πως του είπε ένας φίλος του, και είναι εξαιρετικά καλό σ’ αυτό το μυθιστόρημα εδώ μέσα, ότι η απόφαση της δικαιοσύνης είναι σωστή, όταν τελειώνει και δεν είναι κανένας ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα της δίκης. Είναι τόσο πικρό και τόσο αληθινό, που δεν αφήνει περιθώρια σε μία ευρωπαϊκή δικαιοσύνη. Η οποία, κακά τα ψέματα τώρα, εντάξει όταν συζητούσε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την δικιά μας την φωτογραφία, για να πάω και στα media, σφάζανε τους επαναστάτες της Μαδαγασκάρης και τους πνίγανε στον Σηκουάνα!
Αντί να τα λέω, θα σας πω, θα σας διαβάσω μόνο δύο μικρά αποσπάσματα. Θα προσπαθήσω να τα διαβάσω έτσι που γράφεις, φιλάρα μου. Δηλαδή πρέπει να είμαι τουλάχιστον… τι να σου πω, η Έλλη Λαμπέτη, για να διαβάσω μονόλογο, δεν μπορώ. Είναι δύσκολο αυτό το πράγμα να το φέρεις στην επιφάνεια, είναι καταπληκτικό να το διαβάζεις ως βιβλίο. Καταπληκτικό. Και θα μπορούσε και να διδάσκεται και στα μαθήματα τής γλώσσας, τώρα που έχουν περάσει και φωνητική γραφή, ξέρεις ‘μπ’ και ‘α’ κάνει ‘μπα’ ή κάνει ‘μπουά’; Δεν ξέρω. Εξαρτάται. Λοιπόν, επειδή έτσι διδάσκεται τώρα, ναι διδάσκεται και η αλφάβητος {αλλά} ούτε τέτοια πράγματα, ούτε η ανάγνωση {διδάσκεται} στο σχολείο…, αυτά είναι περιττά πράγματα, οι απαγγελίες τώρα! Αυτά είναι ρομαντικές ηλιθιότητες παλαιών εποχών… Λοιπόν.
«Απρίλιος του 2002 και ο κύριος αυτός καταδικάζεται σε 20 μήνες φυλάκιση μετά την αγωγή και τις καταγγελίες της πρώτης φουρνιάς των κοριτσιών. Είχε αρχίσει την απολογία του με τον ψαλμό ΄΄η δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα και ο νόμος σου αλήθεια΄΄ ενώ η εισαγγελέας τον κοίταξε έκπληκτη. ΄΄Τι θέλετε να πείτε κύριε΄΄, τον ρώτησε και εκείνος ανέκραξε, ΄΄οι άνομες βλέπετε βλέψεις των συκοφαντών μου και η συνομωσία τους βρήκαν, δυστυχώς, τους δικαστές ανέτοιμους να δούνε την αλήθεια. Εντούτοις συγχωρώ τους διώκτες μου και τους συνιστώ να συμφωνήσουν, έστω κα την τελευταία στιγμή, να σταματήσουν, αν λέγω, αν είναι χριστιανοί, να κυνηγούν έναν αθώο άνθρωπο΄΄. ΄΄Δηλαδή ζητάτε να συμβιβαστείτε΄΄, συμπέρανε ο πρόεδρος, και ο δικηγόρος των μηνυτών αρνήθηκε την πρόταση. ΄΄Θα αστειεύεται ο κατηγορούμενος΄΄, δήλωσε ψυχρά. ΄΄Ταλαιπωρεί τους ανθρώπους αλλά και εμάς δώδεκα χρόνια ,κύριοι δικαστές, νισάφι πια΄΄. Η αίθουσα του τριμελούς είναι κατάμεστη, αφού όλοι γνωρίζουν, πως παίζεται η εξέλιξη μιας υπόθεσης που ταράζει από χρόνια τα νερά της πόλης, με κεντρικό πρόσωπο έναν καθηγητή, που κυνηγούσε, έδερνε, κακοποιούσε τα παιδιά του, εκβίαζε, απειλούσε, τρομοκρατούσε όποιον ερχότανε εμπόδιο στον δρόμο του. Ήτανε ο Σύμβουλος του Υπουργού που καταγότανε από την περιοχή τους, δεν γινόταν να μην μάθουν όλοι τι συνέβαινε…»
Προσέξτε όμως την ιδεολογική τοποθέτηση του Κακαρά, απέναντι στο κακό. «Κωλοσταυρίδες είναι οι καλές σαύρες στο νησί των ανέμων και των κόκκινων βράχων, ενώ ψαψαμίτες καλούνται τα δηλητηριώδη ξαδέρφια τους. Το ένα είναι χαριτωμένο σαυροειδές μικρού μήκους καλό και αγαθό και τρώει ψιλοκορφάδες και λουλούδια από τις πουρνάρες σαν ανθίζουν, είναι άκακα, επομένως αποδεκτά για παρέα απ’ όσους γουστάρουν σχετικώς, μπορούμε να τα παρουσιάσουμε με τους αντίστοιχους ανθρώπους, ενώ το άλλο είδος, το ‘χετε αντιληφθεί, είναι επιθετικά, κακότροπα, τσιμπάνε και πρέπει, λέει, να σε βάλουν σε φούρνο για να βγει το δηλητήριο, τουλάχιστον έτσι κάνανε οι παλιοί σε τέτοιες περιπτώσεις, το ίδιο και με τα τσιμπήματα από σκορπιό που ‘τανε κάτω από κάθε πέτρα, πίσω από κάθε εξάρτημα πεζούλας, πάνω σε ταβάνια, κάτω από ταβάνια κρεμασμένοι να τους βλέπεις και να σου κόβεται η ανάσα, να σου παγώνει το αίμα, να μουδιάζεις ολόκληρος, έτσι διηγούνται οι παλιοί (κι η Μενεμένη μεταξύ τους), τι άλλο χρειάζεται επομένως για να παρομοιάσουμε και τον Λάδα ως ψαψαμίτη του ανθρώπινου είδους, κακό άνθρωπο δηλαδή, βεβαίως δεν μπορούμε να φανταστούμε τον ψαψαμίτη να προσβάλει την γενετήσια αξιοπρέπεια μιας κωλοσταυρίδας, εξ ου και χάσμα χωρίζει τον άνθρωπο αυτόν από το επικίνδυνο, για λόγους ισορροπίας στη φύση, πλην αγαθό ερπετό.» Εδώ είναι η τελεία {και συνεχίζει ο συγγραφέας}.
«Αλίμονο, θα το προσβάλαμε το ζωντανό. Και αναρωτιέται κανείς, είναι και ο Λάδας, και όποιος Λάδας, απαραίτητος στην σεξουαλική και λοιπές αλυσίδες της εξέλιξης του ανθρώπου ως παράγοντα του ζωικού βασιλείου, όσο και ο ψαψαμίτης ή όπως κάθε ζώο μοχθηρό, αιμοβόρο, κακό με λίγα λόγια, ή δεν χωράει η έννοια ΄΄κακό΄΄ παρά μόνο στους έλλογους ανθρώπους; Απάντηση θα πάρουμε μόνο από τον φορέα που δικαιούται θεσμικά και εμπράκτως να αποδεικνύει αυτή την αποδοχή, ότι δηλαδή είναι απαραίτητος και ο κακός άνθρωπος τόσο, όσο είναι απαραίτητο και το κακό εν γένει. Και εξηγούμαστε. Η πάταξη του κακού και η απονομή δικαιοσύνης όσο περισσότερο κρατάει σε διάρκεια, τόσο φαίνεται πως είναι καλύτερη η απόδειξη της αναγκαιότητας του κακού. Θα υπήρχε άλλος λόγος απ’ αυτόν, δηλαδή να εμπεδώσουν όλοι τη χρησιμότητα ύπαρξης και του κακού ως στοιχείου απαραίτητου για να ξεχωρίσουμε το καλό, αν αντί των δέκα χρόνων για την πάταξή του αντιδρούσε η δικαιοσύνη άμεσα και πάτασσε το κακό στη γέννηση του με αστραπιαία ταχύτητα; Τότε θα εξαφανιζόταν τάχιστα, οπότε πώς θα γνωρίζαμε την ύπαρξη και την ομορφιά του καλού;»
Σκεφτείτε το αυτό σε περίπτωση ασφαλιστικής με τροχαίο και ασφάλιστρα που πρέπει να καταβληθούν. Τι ωραίο ε; Πώς θα ξέρει η ασφαλιστική το καλό. «Επίσης εάν γινόταν έτσι θα συνέχιζαν να είναι απαραίτητοι οι λειτουργοί της δικαιοσύνης σε όλα τα επίπεδά της με πρώτο και πολυπληθέστερο των δικηγόρων; Δεν θα είχαμε τότε φαινόμενα αντιστροφής των εννοιών και από ανάγκη επαγγελματικής ενασχόλησης σ’ αυτά τα στρώματα του πληθυσμού, φερ’ ειπείν θα ξεκινούσε ο θρίαμβος του κακού ως στοιχείου απαραίτητου, και ως εκ τούτου η δίωξη του καλού από τους ίδιους μηχανισμούς;» Αυτός είναι ο Κακαράς και αυτό είναι το μυθιστόρημα. Δεν είναι ψαψαμίτης. Δεν είναι κωλοσταυρίτης. Δεν είναι ζώο.
Το βιβλίο Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα είναι από τα πολύ ωραία σύγχρονα μυθιστορήματα πραγματικότητας. Είναι απ’ αυτά που θα παρακαλούσες να τα δεις σ’ ένα σίριαλ στην τηλεόραση. Τι σημαίνει αυτό; Υποχρέωση διαφημιστική του δικαιακού μας συστήματος να προτείνει καλό διάβασμα στο κοινό λίγο πέρα από τον κώδικα Ντα Βίντσι. Εγώ το φαντάστηκα σ’ ένα σίριαλ που θα έχει και πολύ μαυρόασπρο, να θυμίζει Εκείνος κι Εκείνος, ξέρετε τι εννοώ, ένα τέτοιο πράγμα, μία τέτοια προσέγγιση. Δεν πρόκειται να έχει τέτοια τύχη. Δεν πουλάει αυτό, δηλαδή θα ξεμείνει πολύς κόσμος από δουλειά, άμα αυτά τα βιβλία διαβαστούν πάρα πολύ.
Κι έπειτα ο Γιάγκος σ’ αυτό το βιβλίο δεν είναι Γιαγκούλας και δεν είναι και μερμηγκάκι. Είναι κάποιος που το έχει πάρει απόφαση να βγάλει από το εκπαιδευτικό σύστημα, προσέξτε, όχι από την ζωή, όχι από τη δουλειά, όχι μόνο από την προσωπική κόντρα ή την διαφωνία την ηθική, να βγάλει από το εκπαιδευτικό σύστημα τον συστηματικό βιαστή και εκβιαστή. Και επομένως ο Γιάγκος είναι ο παιδαγωγός της παρέας.
Θα το σύστηνα, και θα σας το ‘λεγα απροκάλυπτα, από εφηβικό μέχρι ανάγνωσμα για κυρίες που βαριούνται, το εννοώ, στο κομμωτήριο. Δεν πειράζει στο κομμωτήριο, σαν ανάγνωσμα του κομμωτηρίου. Γιατί εγώ θα το ‘δινα και στα κομμωτήρια. Γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να ξεκινήσει κάποια να το διαβάζει και να μη λέει «Θυμάσαι τον Μήτσο τότε που ήτανε στα δικαστήρια και σερνότανε, που δεν βρήκε το δίκιο του;» Θα πεταχτεί η διπλανή και θα πει «αυτόν που είχε να κάνει την φυλακή, και δεν πλήρωσε ποτέ, ο παλιοκερατάς, και δεν τον γάμησε ποτέ το σύστημα;» Και όλοι μαζί θα είχαν συναίσθηση ότι η δικαιοσύνη δεν είναι νοητή. Δεν είναι νοητή έννοια. Είναι μηχανισμός επιβολής της έννοιας του καλού και του κακού από το κυρίαρχο σύστημα.
Εγώ τον ευχαριστώ που παραμένει και άνεμος και κόκκινος βράχος. Να είσαι καλά να εξακολουθήσεις να γράφεις .
Η παρουσίαση από τον Καθηγητή ΤΕΙ Δρ Γιάννη Κακαρά
Αν βρίσκω κάποιο λόγο να προλογίσω την παρουσίαση του τελευταίου μυθιστορήματος του αδελφού μου με τίτλο: Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα, αυτός είναι η ανάλυση κάποιων συμβάντων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της 38χρονης επαγγελματικής μου δραστηριότητας. Τα οποία δεν σχετίζονται βέβαια με το περιεχόμενο του βιβλίου αλλά ως εμπειρίες καταδεικνύουν το μέγεθος της διαχρονικής και πολύπλευρης κρίσης που περνάει ο τόπος μας στους τομείς παιδείας, του τρόπου απονομής της δικαιοσύνης, της λειτουργίας του κράτους, ενώ αποκαλύπτουν και τους ηθικούς αυτουργούς σύνθετου εγκλήματος. Αυτές οι εμπειρίες μπορούν ίσως εν μέρει να παραλληλισθούν με το περιεχόμενο του υπόψη έργου. Να με συγχωρέσετε λοιπόν για την προσωπική αναφορά, αλλά αυτό μόνο μπορώ να προσφέρω στην παρουσίαση.
Για χρόνια εργάσθηκα καταρχήν σε ιδιωτική και στη συνέχεια σε κρατική βιομηχανία. Μου δόθηκε η ευκαιρία να διαπιστώσω με πόσο άνισο τρόπο το κράτος αντιμετώπιζε τον ιδιωτικό από τον κρατικό τομέα. H κρατική βιομηχανία, λειτουργούσε με μεθόδευση των κρατούντων και στόχο την ενίσχυση του πελατειακού κομματικού κράτους. Κυριαρχούσαν η γραφειοκρατία, η ιδιοτέλεια και οι παράλογοι και αναξιοκρατικοί διορισμοί. Με τον τρόπο αυτόν οι κρατούντες και ψήφους κερδίζανε και αποδείκνυαν ότι το κράτος αποτυγχάνει στον τομέα της παραγωγής, άρα τα δίνουμε όλα στον ιδιωτικό τομέα. Σημειώνεται ενδεικτικά, ότι κάθε χρόνο έπρεπε να δίνεται μάχη για πρόσληψη αναγκαίου προσωπικού ενώ ο νομάρχης (που είχε τον τελευταίο λόγο), αντιδρούσε και επέμενε να προσλαμβάνονται οι ψηφοφόροι των βουλευτών που τον στήριζαν, οι οποίοι (ψηφοφόροι) δεν είχαν καμία σχέση με τις απαιτήσεις και το αντικείμενο.
Η αναξιοκρατία και η ιδιοτέλεια των κομμάτων εξουσίας είναι η αιτία του κακού και της συμφοράς που βιώνουμε στον τόπο μας. Στον συγγενή τομέα των συνεταιριστικών επιχειρήσεων που λειτουργούσαν την ίδια περίοδο κατασπαταλήθηκαν με σωρεία σκανδάλων πάνω από 30 δις. δραχμές για στήσιμο νέων βιομηχανιών ξύλου, οι οποίες δεν λειτούργησαν σχεδόν στο σύνολό τους ή υπολειτούργησαν, γιατί σχεδιάσθηκαν με στόχο την προμήθεια από την αγορά ακατάλληλων και πανάκριβων μηχανημάτων. Τεράστια καταστροφή για την οικονομία, για το συνεταιριστικό κίνημα, το οποίο εξαφανίσθηκε. Οι υπεύθυνοι πήγαν στον εισαγγελέα και απαλλάχθηκαν πανηγυρικά με βουλεύματα. Με αυτήν την τακτική διαλύθηκε ένα εύρωστο συνεταιριστικό σύστημα στη δασοπονία στον ορεινό όγκο της χώρας μας. Το ότι επιβίωσε ακόμα και μέχρι σήμερα η βιομηχανία όπου εργαζόμουν, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ότι κάποιοι αντιστάθηκαν στον εκμαυλισμό και την ευνοιοκρατία.
Ο συγγραφέας στο βιβλίο του ακουμπά με τον μύθο που περιγράφει τον τομέα της κακοδαιμονίας στις σχέσεις κράτους/κυβερνώντος Κόμματος, επίσης στον τρόπο άσκησης της δικαιοσύνης. Αυτός στη μυθοπλασία του, οι κρατικοί υπάλληλοι όμως στην πραγματικότητα.
Με βάση στη συνέχεια μια υπερεικοσάχρονη εμπειρία και στην εκπαίδευση, διαπιστώνω να υπάρχει απόσταση μεταξύ του μυθιστορήματος και της πραγματικότητας, με τη δεύτερη να υπερισχύει. Οι δυσκολίες στον χώρο της παιδείας μας πολλές και λίγο πολύ γνωστές. Οι κυβερνώντες ακολουθώντας την τακτική του πελατειακού κράτους, προσπάθησαν λυσσασμένα να υλοποιήσουν το δόγμα « κάθε κωμόπολη και τμήμα ΤΕΙ, κάθε πόλη και Πανεπιστήμιο». Χωρίς σχέδιο, χωρίς προγραμματισμό. Απλά υπήρχε χρηματοδότηση από την Ε.Ε. και έτσι τέθηκε ως στόχος η ικανοποίηση ψηφοφόρων σε φυλλοροούσες και παραμελημένες πόλεις και κωμοπόλεις, όπου έπρεπε να υπάρχει κίνηση, να δουλεύουν οι ταβέρνες και οι καφετέριες. Έτσι καταντήσαμε σήμερα στο σχέδιο ΑΘΗΝΑ 1 που έβαλε λουκέτο σε εξήντα τμήματα και έπεται συνέχεια.
Παράλληλα, όπως συνάγεται και από το βιβλίο, στο χώρο της εκπαίδευσης βιώνουμε για χρόνια ελλείψεις καθοριστικές και άμεσα συνδεδεμένες με την ποιότητα της παρεχόμενης μόρφωσης αλλά και της δικαιοσύνης. Κυριάρχησε φερ’ ειπείν καθεστώς ατιμωρησίας και διαφθοράς, αφού για πάνω από έξι χρόνια δεν υπήρχε νομοθετική ρύθμιση για πειθαρχική δίωξη μελών του διδακτικού προσωπικού, δηλαδή δεν προβλέπονταν σύσταση πειθαρχικών συμβουλίων. Άρα η οποιαδήποτε πράξη, όσο βαριά και αν ήταν, παραγράφονταν νομότυπα μετά παρέλευση πενταετίας!
Η σκανδαλώδης αυτή παράλειψη είχε ως συνέπεια να προστατευθούν <<ημέτεροι>> διδάσκοντες και διοικούντες τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Άνθρωποι που είχαν διαπράξει σωρεία σκανδάλων κακοδιαχείρισης, κατάχρησης, μη εκτέλεσης καθήκοντος, σεξουαλικής παρενόχλησης και άλλες αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες απέμενε μόνο η προσφυγή στα ποινικά δικαστήρια.
Εδώ ο συγγραφέας πλησιάζει την πραγματικότητα, αφού από το παράδειγμά του εύκολα προκύπτει το ερώτημα: από ποιόν θα υπήρχαν προσφυγές στην δικαιοσύνη, όταν για την απονομή της απαιτείται μέχρι και δεκαετία με ατέλειωτες αναβολές στο πλημμελειοδικείο, το εφετείο ακόμα και στον Άρειο πάγο; Όταν χρειάζεται συχνά ένας χρόνος για την καθαρογραφή της απόφασης! Και συγχρόνως να τρέχουν τα έξοδα αλλά και κάμποσες χιλιάδες ανθρωποώρες συνολικής εργασίας όσων εμπλέκονται στην περιπέτεια.
Καταγράφεται λοιπόν περίπτωση καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης εναντίον εκπαιδευτικού, η οποία τελεσιδίκησε με απόφαση του Αρείου Πάγου. Έχω προσωπική εμπειρία από παρόμοια υπόθεση. Όπου αναγκάστηκαν οι κυβερνώντες να λειτουργήσουν τα αραχνιασμένα πειθαρχικά συμβούλια, μόνον όταν εμφανίσθηκε η επάρατος τρόικα! Εν τω μεταξύ όμως πόσες αξιόποινες πράξεις είχαν παραγραφεί; Πόσοι εκπαιδευτικοί συμπλήρωσαν τα συντάξιμα χρόνια τους και συνταξιοδοτήθηκαν; Πόσοι έπραξαν το κακό χωρίς να υποστούν την παραμικρή τιμωρία;
Και κάτι ακόμη, για να προσφέρω και προσωπικά στον εκνευρισμό σας. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν κοινοποιούνταν στο εκπαιδευτικό ίδρυμα και το υπουργείο παιδείας, γιατί θίγονταν προσωπικά δεδομένα!!! Πιάσε τ’ αυγό και κούρευτο. Έτσι είναι αναγκασμένοι οι δικαστές να απονέμουν τη δικαιοσύνη στη χώρα μας!
Ένα ακόμη δείγμα της τεράστιας κρίσης στην παιδεία αλλά και σπάνιας εξαίρεσης στις αποφάσεις της διοίκησης είναι το ακόλουθο: Καθηγητής υποβάλλει φάκελο για προαγωγή στην παραπάνω βαθμίδα. Παρουσιάζει ως προσόντα, δεδομένα, μεγάλο ποσοστό των οποίων είναι ψευδή. Τα 4 μέλη της επιτροπής αξιολόγησης, για κομματικούς κυρίως λόγους, ψηφίζουν Ναι, το 5ο μέλος ψηφίζει Όχι με αποδεδειγμένη αιτιολόγηση. Τελικά η Υπουργός Παιδείας (προς τιμήν της) δεν εγκρίνει την προαγωγή.
Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αυτοδιοικούνται και διαχειρίζονται αρκετές πιστώσεις όπου ήταν συχνές οι περιπτώσεις αδιαφάνειας και κακοδιαχείρισης. Ο χρόνος δεν επιτρέπει παράθεση παραδειγμάτων, αλλά υπάρχουν τέτοια όπως η σκανδαλώδης παραχώρηση κυλικείων με πλούσια κίνηση και υπέρογκα κέρδη, μεθοδευμένες αναθέσεις δομικών έργων σε ημετέρους, δαπάνες χιλιάδων ευρώ για προμήθειες υπερσύγχρονων συσκευών, μηχανολογικού και άλλου εξοπλισμό, ακόμα και ολόκληρων θερμοκηπίων, τα οποία είναι μεν απαραίτητα αλλά μεγάλο μέρος δεν χρησιμοποιείται, χωρίς να υπάρχει έλεγχος για την κατάσταση αυτή.
Φαινόμενα διαπλοκής στις εκλογές των διοικήσεων. Εκπρόσωποι φοιτητών στα συμβούλια διοίκησης στηρίζουν και ψηφίζουν με εντολή και με ανταλλάγματα. Είναι σχεδόν αδύνατο, να διεκδικήσει κάποιος στις εκλογές για τη διοίκηση του ΤΕΙ θέση και να το πετύχει, αν δεν στηρίζεται από συνδικαλιστική παράταξη κόμματος εξουσίας.
Καθεστώς αναξιοκρατίας, ιδιοτέλειας, μεθόδευσης και έλλειψης προγραμματισμού : Βουλευτές που γίνονται Καθηγητές ΑΕΙ και ΤΕΙ χωρίς να έχουν τα προσόντα, πρόσληψη διοικητικού προσωπικού με αδιαφανείς διαδικασίες, φωτογραφικές προκηρύξεις θέσεων Ε.Π. τεχνικού προσωπικού και οικογενειοκρατία, είναι μερικά δεδομένα που αποκαλύπτουν το καθεστώς της αναξιοκρατίας στην παιδεία.
Ενθυμούμαι ότι σχεδόν όλο το διοικητικό προσωπικό του ιδρύματος είχε διορισθεί από το παράθυρο. Διορίζονταν γραμματείς χωρίς να γνωρίζουν Η/Υ, βιβλιοθηκονόμοι που δεν είχαν καμία σχέση με τα βιβλία και την οργάνωση βιβλιοθηκών. Την ίδια ώρα έμειναν αδιόριστοι πτυχιούχοι λογιστές, βιβλιοθηκονόμοι, οικονομολόγοι κ.α.
Η εικόνα των περισσότερων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, πλην εξαιρέσεων, είναι απαράδεκτη. Διάδρομοι και κοινόχρηστοι χώροι έχουν μετατραπεί σε στέκια νεολαιών με μουσική στη διαπασών, με πωλήσεις κασετών, με κομματικά συνθήματα παντού. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα διαμορφώνονται σύμφωνα με τα συμφέροντα των διδασκόντων και όχι των διδασκομένων. Οι φοιτητές δεν παρακολουθούν τη θεωρία (ή αυτό γίνεται σε ποσοστό 5%). Αυτό βολεύει κάποιους διδάσκοντες, και αν σκεφθεί κάποιος ότι οι μεγάλες βαθμίδες καλύπτουν το ωράριό τους μόνο με παραδόσεις, δηλαδή θεωρία, τότε αντιλαμβάνεται πως καθιερώθηκαν οι ιπτάμενοι καθηγητές σε ιδρύματα της επαρχίας. Η μεταφορά μαθημάτων στο πτυχίο αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία και αρνητικό δεδομένο, που καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να πειράξει. Όπως άλλωστε και ο θεσμός των αιώνιων φοιτητών, τον οποίο η παρούσα κυβέρνηση φαίνεται πως επαναφέρει. Τα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ της χώρας μετατράπηκαν σιγά-σιγά σε εξεταστικά κέντρα. Με δυο λόγια η παιδεία είναι ο μεγάλος ασθενής. Η κρίση τεράστια.
Θα μού πείτε πως με όλα αυτά καταφέρνουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να λειτουργούν και να δίνουν πτυχία σε πολλές περιπτώσεις με αντίκρισμα; Είναι οι λίγοι αφανείς που παλεύουν, που πάνε κόντρα, που κάνουν σωστά τη δουλειά τους, αλλά είναι και η ελληνική οικογένεια που τα δίνει όλα για τη μόρφωση των παιδιών της. Η τεράστια ευθύνη για την κρίση στην παιδεία υπάρχει στο πολιτικό σύστημα, στους κρατούντες που επί δεκαετίες τώρα πειραματίζονται με ιδιοτέλεια, ασκούνε μια πολιτική διάλυσης της παιδείας σε όλα τα επίπεδα, με στόχο πάντοτε τη συντήρηση του πελατειακού κράτους.
Μια λέξη ακόμα για τα βιβλία που παρουσιάζονται σήμερα. Το ένα με τα διηγήματα, εν τάξει, μου άρεσε γιατί μου θυμίζει και πολλά της γενιάς μου, τι βιώσαμε και τότε και τώρα, το πώς ζούσαμε μικροί και λοιπά, για το άλλο όμως, αυτό περί τη δικαιοσύνη και την παιδεία, έχω να πω πως δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω την λογοτεχνική του αξία. Ο συγγραφέας πάντως προσπάθησε, κάπως κάλυψε την πραγματικότητα, η οποία όπως πιστεύω είναι χειρότερη από το μύθο του.
Περί Δικαιοσύνης, Πολιτικού Προσωπικού, Διοίκησης και άλλα τινά από τον τ. Πρόεδρο του Συνασπισμού
2 Οκτωβρίου, 2015(Σημείωση: Και εδώ ισχύουν όσα εισαγωγικά καταγράφονται στην αναρτήσεις των κειμένων του Αλεξανδρή και του Μοσχοβάκου στην ίδια εκδήλωση του Ιανού με διοργανωτή τις εκδόσεις Παπαζήση)
΄΄Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα» &
΄΄Το γηροκομείο του παραδείσου΄΄ &….
Παρουσίαση από τον Νίκο Κωνσταντόπουλο
Βιβλιοπωλείο Ιανός 29/4/2015
…. Όταν μπήκα ο συντονιστής μου είπε να σας γνωρίσω τον κύριο συγγραφέα. Του απάντησα ότι είναι σεσημασμένος παλαιόθεν και γνωστός, ο κύριος συγγραφέας, για πολλούς και διάφορους λόφους.
Θέλω να συμπληρώσω την συναισθηματική αναφορά του Νίκου του Μοσχοβάκου στο ενθύμημα των χρόνων της φυλακής. Είναι ξύλο ελιάς, το οποίο το φτιάχνανε στα ξυλουργία, σε όποιες φυλακές υπήρχε ξυλουργείο, στις Φυλακές της Κέρκυρας, στις φυλακές των Τρικάλων, στις φυλακές της Αίγινας μέχρι να καταργηθούν, στις φυλακές του Ιτζεδίν . Αυτό το ξύλο της ελιάς το δίνανε στο ξυλουργείο και το επεξεργαζόντουσαν, το κόβανε σε ό,τι σχέδιο τους ζητούσαν. Το συγκεκριμένο ήταν μία ροδέλα, έχει μία εγκοπή εδώ, βάζαμε δέρμα, κορδόνι δερμάτινο και έτσι φτιαχνόταν μια ζώνη. Άλλα σχήματα ήταν οι ξυλοκόπτες, χαρτοκόπτες, άλλα ήταν μολυβοθήκες, άλλα ήταν διάφορα βάζα μικρά διακοσμητικά, και αυτά είχαν πολλαπλή χρησιμότητα.
Μας συνέδεαν με τους, έτσι τους έλεγε το σωφρονιστικό σύστημα, με τους ποινικούς κρατουμένους, με τους οποίους είμαστε απομονωμένοι. Και έτσι είχαμε πληροφορίες και είχαμε και εξασφάλιση κάποιων πραγμάτων που ήταν αναγκαία. Η δεύτερη σκοπιμότητα ήταν, ότι αποτελούσε μία χειρονομία ελπίδας και εγκαρδίωσης όσων έξω ήθελαν να μας συμπαρασταθούν, να σταθούν δίπλα μας στην μεγάλη προσπάθεια που γινότανε τότε, να καταργηθούν κάποιες φυλακές και να απελευθερωθούν πολιτικοί κρατούμενοι. Η τρίτη σκοπιμότητα ήταν η πιο ουσιαστική, γιατί έδινε την ευκαιρία να κεντάμε και να σκαλίζουμε τον ακίνητο χρόνο. Τον χρόνο του εγκλεισμού, της απομόνωσης και της αβεβαιότητας για το αύριο. Αυτά συγκεκριμένα τα υλικά ταξίδευαν από φυλακή σε φυλακή. Τούτο εδώ πρέπει να είναι από τις φυλακές της Κέρκυρας, που τα έκοβε και τα έφτιαχνε, που τα έφτιαχνε και τα έκοβε ένας πολίτης, που εξέτιε ποινή ισόβιας κάθειρξης, και είναι αυτός την υπόθεση του οποίου έχει γυρίσει ταινία ο Θεόδωρος ο Αγγελόπουλος «Η αναπαράσταση». Αυτό {το αναφέρω} έτσι γιατί μου έδωσε αφορμή η αναφορά του Νίκου του Μοσχοβάκου, να κάνω αυτή την σημείωση , την οποία θα την συνδέσω μετά και με όσα έχω να πω για τον συγγραφέα.
Ο Αντώνης ο Κακαράς με κάλεσε στις 26 Σεπτεμβρίου του 2006 στην παρουσίαση το βιβλίου του ‘Αξιωματικοί και υπαξιωματικοί στην μεταπολεμική Ελλάδα’. Ένα βιβλίο πρωτοποριακό το οποίο θα πρέπει πραγματικά να αξιοποιηθεί από όλους εκείνους οι οποίοι θέλουν και να μελετούν την ιστορία, και να κάνουν σωστή αξιοποίηση της ιστορίας. Είχα πει τότε για τον Κακαρά, ότι έχει την ικανότητα να συλλέγει , να συστηματοποιεί και να αξιοποιεί το υλικό του. Έχει επίσης την ευχέρεια να εντάσσει την δημιουργική του δουλειά, ό,που και αν αναφέρεται αυτή, είτε σε ιστορική έρευνα είτε σε λογοτεχνική μυθοπλασία, είτε σε δοκιμιογραφική δημιουργία, να την εντάσσει στην σημερινή πραγματικότητα. Και επίσης έχει την ικανότητα να εμπνέεται ο ίδιος από αυτό που δουλεύει, και να εμπνέει με συμβολισμούς, με αναγωγές και συγκριτικές συναξιολογήσεις για τη σημερινή πολιτική και τα ήθη, υπό κοινωνική ευθύνη των φερώνυμων ηγεσιών της μεταπολίτευσης.
Και έχει και κάτι ακόμη σαν χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του ο Κακαράς. Έχει την ικανότητα, την τόλμη, την αποφασιστικότητα, την ανιδιοτέλεια, να αντιστέκεται. Να αντιστέκεται έμπρακτα. Να εκφράζει αυτό το φρόνημα αντίστασης ως δημιουργική δύναμη αναζήτησης του νέου και του καινούριου. Το 2006 λοιπόν με αυτό το βιβλίο άρχισε να γράφει, και είναι μέχρι σήμερα πλούσια η δημιουργία του. Είναι φανερό ότι αν θέλουμε να βγούμε από την κρίση των θεσμών και των αξιών κοινωνίας και πολιτικής που μας περιβάλει και σιγά σιγά μας χωνεύει και την χωνεύουμε, καλό είναι να ασχοληθούμε με το έλλειμμα ιστορικής αυτογνωσίας. Ο συγγραφέας αυτός το κάνει συστηματικά. Επίσης καλό είναι να ασχοληθούμε με το έλλειμμα ή την σύγχυση ταυτότητας που έχουμε. Και επίσης αυτό είναι που κάνει συστηματικά στο έργο του. Με το έλλειμμα το παραγωγικό, το αναπτυξιακό που μαστίζει την χώρα. Και τέλος να ασχοληθούμε με το έλλειμμα το πολιτισμικό. Το έλλειμμα παιδείας. Αν διαβάσει κανείς το σύνολο των βιβλίων του, βλέπει αυτούς τους κοινούς παρονομαστές να υπάρχουν σε όλη του την δουλειά. Γιατί θα πρέπει να πούμε κάποτε, ότι ενώ είμαστε λαός Βαλκανικός, Μεσογειακός, αγνοούμε και την Βαλκανική πηγή της ταυτότητας μας και την Μεσογειακή πηγή της ταυτότητας μας. Έχουμε παρεξηγημένη την Ευρωπαϊκή πηγή της ταυτότητας μας, και επιτρέψτε μου να πω την γνώμη μου, μέσα σ’ αυτήν την σύγχυση ταυτότητας σκιαμαχούμε διχαστικά μεταξύ Ελληνικότητας και νεοτερικότητας, αλλά και μεταξύ ευρωπαϊσμού και παλαιοκομματισμού.
Ο Κακαράς είναι όρθιος, περπατάει, στοχάζεται, λέγει, καταγράφει. Είναι όρθιος, διακριτός. Δεν έχει καμία σχέση με αυτό που περιγράφει η Κική Δημουλά στον στίχο της ότι πολλά κουφάρια ξέβρασε η καθημερινότητα. Αναφέρεται στον δημόσιο βίο, που κυριαρχείται από έναν δηλητηριώδη επικοινωνιακό αχταρμά, μιαν ακραία αντίληψη παραγοντισμού και αμοραλισμού, μια διαβρωτική διαπλοκή. Ο αδερφός του έκανε κάποιες νύξεις για ορισμένους τομείς του βιβλίου. Όλα αυτά τα συμπτώματα έχουν διαμορφώσει στη χώρα μας ένα νοσηρό βίο που ο συγγραφέας πνίγεται, δεν κρατάει το κεφάλι του κάτω από το νερό, κάτω από το τέλμα, βγάζει το κεφάλι του. Δεν θέλει να αναπνεύσει με το καλαμάκι, βγάζει το κεφάλι του και φωνάζει. Γιατί θέλω να επισημάνω ότι, μέσα σε όλα αυτά τα ιδεολογικοπολιτικά ερείπια που σώρευσε η μεταπολίτευση, όταν τόσοι επιπλέουν ως σκεύη άχρηστα σε τελματωμένα νερά, είναι στήριγμα αγωνιστικότητας, αγωνιστικής αισιοδοξίας και συλλογικής εγρήγορσης.
Και διεκδικεί με τα γραπτά του, πάλι βλέπει κανένας μια γραμμή να διατρέχει όλο του το έργο, μια κοινή γραμμή που είναι το ανθρώπινο δικαίωμα να διεκδικούμε, να μάθουμε την αληθινή μας ιστορία. Αναπαλλοτρίωτο ανθρώπινο δικαίωμα των λαών να μάθουν την ιστορία τους. Γιατί εμείς δεν την μαθαίνουμε την ιστορία μας. Πουθενά. Σε κανένα στάδιο των σπουδών. Και δεύτερον, το ανθρώπινο δικαίωμα να διεκδικούμε υγιή δημόσιο βίο. Γιατί ο νοσηρός δημόσιος βίος είναι διαστροφή, διάβρωση και διαφθορά των δημοκρατικών κατακτήσεων. Και με τα καινούρια βιβλία του ο συγγραφέας και με τα παλαιότερα, επιβεβαιώνει ορισμένα ξεχωριστά στοιχεία της προσωπικότητας του. Και με τα σημερινά βιβλία, για τα οποία συζητάμε, και με τα παλαιότερα, υποστασιοποιεί την συνείδηση του.
Αυτό που είναι η συνείδηση του, παίρνει υπόσταση. Δεν είναι μια αφηρημένη ιδεαλιστική αναφορά. Υποστασιοποιείται και πού; Στη στάση της ζωής του. Ανάμεσα στάση ζωής και συνείδησης υπάρχει ευθεία γραμμή. Ούτε παρενθέσεις ούτε τεθλασμένες. Είναι αυτά που πιστεύει, αυτά που γράφει. Δεν τα διηγείται, τα έχει βιώσει και τα βάζει στο χαρτί ως βιωμένη στάση ζωής, με τις αναγκαίες μυθοπλασίες, αναγωγές, τις λογοτεχνικές αυτές πρακτικές.
Επίσης με το έργο του αποκαλύπτει τον αυθεντικό τρόπο με τον οποίο εσωτερικεύει τα βιώματα του και τα μετασχηματίζει σε κώδικα αρχών, σε κώδικα ευθύνης απέναντι στον εαυτό του ως πολίτη και στο σύνολο ως κοινωνία. Δεν αρκεί μόνο ότι βλέπει, καταγράφει ή περιγράφει. Διαβάζοντας τα βιβλία του διαπιστώνει κανένας, πως αυτά που έχει βιώσει, τα εσωτερικεύει και τα κάνει συνείδηση. Είναι μεγάλη εσωτερική δουλειά, σκληρή, οδυνηρή, να κάνεις το βίωμα συνείδηση.
Επίσης με το έργο του αναδεικνύει στην καθημερινή πραγματικότητα το νέο υπόδειγμα πολίτη. Τις διαστάσεις της νέας ιδιότητας τού πολίτη. Ο πολίτης δεν είναι ο άκριτα νομιμόφρον, είναι ο πολίτης που πρέπει να αμφισβητεί. Δεν είναι παθητικός οπαδός και πρόθυμος καταναλωτής επιφορτισμένος σε ένα στερεότυπο, που είναι της μόδας και περνάει κατά καιρούς. Αλλά είναι ένας ελεύθερος πολίτης, που πέρα από τα στερεότυπα τα δεδομένα πιστεύει και αναζητεί εναλλακτικούς δρόμους. Δεν υποτάσσεται στους μονόδρομους, αναζητεί εναλλακτικούς τρόπους, αναζητεί περισσότερη ελευθερία εσωτερική και συλλογική.
Και επίσης είναι ένας πολίτης, ο σύγχρονος πολίτης, η νέα ιδιότητα του πολίτη που δεν αρκείται στα παραδοσιακά και εξουσιαστικά αναγνώσματα, αλλά διεκδικεί αναστοχασμούς, αναθεωρήσεις και διαρθρωτικές ανασυνθέσεις των πραγμάτων, όπως εξελίσσονται μέσα στην διαχρονική τους πορεία. Διαβάζεις τα βιβλία του Κακαρά και ψηλαφείς την βιωματική τοιχογραφία της ζωής του. Όπως εκτείνεται από τις τρυφερές έως τις βασανιστικές μνήμες. Απ’ την παιδική ηλικία, που είναι η πατρίδα του συναισθηματισμού μας και του ψυχικού μας κόσμου, μέχρι την ώριμη ηλικία που είναι το πεδίο της δοκιμασίας των προσδοκιών. Η παιδική μας ηλικία είναι η πατρίδα του ψυχισμού μας και του συναισθηματισμού μας. Η ώριμη ηλικία είναι το πεδίο δοκιμασίας, του εάν και κατά πόσο οι προσδοκίες, οι ελπίδες, τα οράματα μπορούν και αυτά να υλοποιηθούν και να αποκτήσουν περιεχόμενο ζωής.
Οι ψηφίδες της καθημερινής ζωής του Κακαρά σε όλους τους τομείς που διατρέχει ο βίος του, δεν είναι σκόρπιες ψηφίδες ασύνδετες μεταξύ τους. Δεν είναι σκόρπιες στο χρόνο, έκθετες στις στροφές, στα γυρίσματα των καιρών. Συνθέτουν τα αδρά περιγράμματα μιας ματιάς που δεν εξαντλείται στην επιδερμική προσέγγιση των όσων ιστορεί, αλλά υφαίνει ένα συνολικό εσωτερικό και εξωτερικό βλέμμα, που εμπνέει τον δημιουργό έτσι, ώστε με όσα γράφει να δίνει περιεχόμενο ζωής στην σκέψη του και στις αρχές του. Και σε αυτόν τον τομέα ο συγγραφέας δεν υποτάσσει την έμπνευση της μυθιστορίας στην επικοινωνιακή σκοπιμότητα της μυθοπλασίας και της αφήγησης. Και κατά τούτο ξεχωρίζει από εκείνη την κρατούσα πρακτική που αντικαθιστά την εξιστόρηση βιωμάτων ή την μυθιστορία έμπνευσης και φαντασίας με την λεγόμενη αφήγηση.
Έχουμε γεμίσει αφηγητές. Ο καθένας αφηγείται για τον εαυτό του και για τους άλλους. Είναι η σύγχρονη επικοινωνιακή και επιστημονικά τεκμηριωμένη άποψη, όπου όλοι μιλούν, η εθνική, λέει, αφήγηση, η νέα αφήγηση. Εκείνο όμως που πρέπει να πούμε είναι, ότι γεμίσαμε με διαλαλητές αφηγήσεων που εκφωνούν τα δικά τους ωραιοποιημένα σενάρια, με τα οποία ναρκισσεύονται οι ίδιοι, αναλώνονται σε δημόσιες σχέσεις προβολής εαυτών και αλλήλων, και διεκδικούν με αγοραίο τρόπο τον εμπορικό χαρακτηρισμό της δημιουργικής τους δουλειάς, διεκδικούν τον εμπορικό χαρακτηρισμό του ευπώλητου και όχι της πνευματικής και λογοτεχνικής καταξίωσης. Γεμίσαμε και από αφηγητές και από ευπώλητα βιβλία. Ο όρος είναι εμπορικός. Ο Κακαράς δεν θα διεκδικήσει το ευπώλητο, θα διεκδικήσει την αναγνώριση και την καταξίωση της δουλειάς του. Και κατά τούτο δεν θα ενδώσει σε πρακτικές οι οποίες θα τον οδηγήσουν να κάνει τον εαυτό του κάποια καρικατούρα της στάσης ζωής του.
Εδώ θα ήθελα να σημειώσω με αφορμή και κρίνοντας την αξία που έχουν τα βιβλία του και την αναντίστοιχη εμπορική τους κυκλοφορία σε σχέση με άλλα, να μην πω, σκουπίδια υποκουλτούρας που εμφανίζονται ως best seller. Επιβάλλονται εδώ και πρόσθετες παρατηρήσεις, ως προς την έλλειψη πολιτικής για το βιβλίο, για τους δημιουργούς συγγραφείς, για τις βιβλιοθήκες σχολικές και άλλες, και για άλλους τομείς πνευματικής και πολιτισμικής στόχευσης. Βρισκόμαστε στο 2015, πολιτική για το βιβλίο δεν υπάρχει, εννοώ για την στήριξη του βιβλίου, των δημιουργών, για την στήριξη όλων των δημιουργών, των βιβλιοπωλών, των εκδοτών, όλων των άλλων οι οποίοι συμπράττουν στην διαμόρφωση του προϊόντος , του πνευματικού προϊόντος που είναι το βιβλίο.
Γι’ αυτό και πέρα από τις απώλειες πόρων και πραγματικών ταλέντων, χάνουμε και πόρους και ταλέντα, αντί για την κουλτούρα της καθημερινής ζωής και της κοινωνικής συλλογικότητας, κατακλύζεται ο τόπος από προχειρογραφήματα, εφημεριδογραφήματα, σκαριφήματα, σεναριολογήματα, που διεκδικούν την ψευδεπίγραφη και εντελώς εμπορική ανταποδοτικότητα.
Εγώ δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας, από την δουλειά μου έμαθα να ζητώ την γνώμη των ειδικών, που και αυτή βεβαίως η γνώμη των ειδικών, μπαίνει πάντοτε σε αξιολόγηση. Θέλω να είμαι, όσο μπορώ, καλός αναγνώστης. Και ως καλός αναγνώστης λοιπόν δεν επηρεάζομαι από την φιλία και την σχέση που έχω με τον Αντώνη Κακαρά όταν λέω ότι είναι συγγραφέας, δεν είναι προχειρογράφος. Έχει αυθεντικό υλικό που επεξεργάζεται. Το οργανώνει συνθετικά, και το αξιοποιεί πρωτότυπα με πολλαπλές αναφορές σε διαφορετικούς χρόνους και αποκαλυπτικές συνθέσεις σε διαφορετικές συνθήκες και σε διαφορετικά επίπεδα, από το αφηγηματικό στο συμβολικό, από το συναισθηματικό στο ρεαλιστικό. Έχει το γράψιμο του αφηγηματική ροή και λογοτεχνική πλοκή, σε κερδίζει η ανάγνωση αυτών που γράφει. Και όχι μόνο σε κερδίζει, σε οδηγεί αβίαστα παραπέρα από αυτά που γράφει, να αναζητήσεις αυτά που συμβολίζει. Γι’ αυτόν προέχουν οι σημασίες. Αυτό που θα έλεγαν, αν διδασκόμασταν σωστά γράμματα στα γυμνάσια και στα πανεπιστήμια, προέχουν οι σημασίες. Αυτό που θα λέγαμε το πραγματολογικό και πνευματικό περιεχόμενο αυτών που γράφει. Επιμένει να ζει με τις σημασίες που έχουν τα πράγματα και τα βιώματα και με τις αξίες της ζωής του, και όχι με τις σκηνοθετημένες εικόνες και τις εξαργυρώσιμες εντυπώσεις.
Όταν ρωτήσανε κάποιον από τους παλιούς, νομίζω ήταν ο Ηρόδοτος, τι λένε οι χρησμοί της Πυθίας είπε το μαντείο του Θεού ‘ου λέγει ου μη λέγει, αλλά σημαίνει’. Αφήστε, λέει, το αν λέει ή δεν λέει τίποτα, αν λέει ή σιωπά, σημαίνει. Το σημαινόμενο και το σημαίνον. Η σημασία που έχουν τα πράγματα είναι εκείνο που ενδιαφέρει τον Κακαρά.
Θα ήθελα να τελειώσω λέγοντας ότι, διαβάζοντας κανένας τα βιβλία του έχει μια διπλή εμπειρία, βλέπει μια διπλή εμπειρία. Την διπλή εμπειρία του ενεργού πολίτη που καταγράφει και βιώνει, αλλά και του στοχαστή πολίτη που εσωτερικεύει και με αυτά που εσωτερικεύει σμιλεύει την στάση της ζωής του. Αναφέρεται σε κρίσιμους τομείς, το άλλο του βιβλίο που έχει τον χαρακτήρα δοκιμίου και είναι της δικαιοσύνης, της παιδείας, του κράτους, των σχέσεων του πολίτη.
Για την δικαιοσύνη θα κάνω μόνο ένα σχόλιο, ενός από τους μεγαλύτερους Γάλλους δικηγόρους, ο οποίος είπε ξέρετε σε τι μοιάζουν οι δικαστές με τους μάγειρους; Στο ότι και οι δυο δεν θέλουν να τους βλέπουν όταν μαγειρεύουν. Δυστυχώς η δικαιοσύνη στην Ελλάδα έχει, μάλλον ευτυχώς η δικαιοσύνη στην Ελλάδα έχει λαμπρές σελίδες, οι οποίες όμως δεν είναι οι περισσότερες, είναι οι λιγότερες. Αλλά έχει και μαύρες σελίδες, γιατί η δικαιοσύνη λειτούργησε περισσότερο ως το μακρύ χέρι του κράτους. Ως κατασταλτικός εξουσιαστικός μηχανισμός, ενώ η πραγματική της αποστολή είναι, ως δημοκρατικός θεσμός με την λειτουργία της να διαπλάθει στην συνείδηση της κοινωνίας το περί δικαίου αίσθημα, να διαμορφώνει συνθήκες ισονομίας, να περιορίζει την αδικία και να δίνει περιεχόμενο ζωής στις αξίες, στις αξίες οι οποίες προστατεύονται ως έννομα αγαθά από το Σύνταγμα μας και την νομοθεσία μας.
Περιγράφει επίσης αυτό το κατάντημα όπου η πολιτική υποκαταστάθηκε από τον πολιτικαντισμό. Κάποιοι πιστεύουν ότι κάνουν πολιτική πολιτευόμενοι. Δεν κάνουν πολιτική, έναν πολιτικαντισμό τρέχοντα κάνουν, και αυτό κόστισε στον τόπο πολύ σοβαρά. Για έναν απλούστατο λόγο. Δεν νοείται πολιτική χωρίς ανάληψη ευθύνης, και δεν νοείται ανάληψη ευθύνης χωρίς λογοδοσία και κύρωση. Όταν η δικαιοσύνη είναι χαρτί πετούμενο, τότε και οι πολίτες συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται, αλλά και εντός των θεσμών οργανώνονται άλλοτε το παρακράτος, άλλοτε τα ανακτοβούλια, άλλοτε οι διαπλεκόμενοι μηχανισμοί, άλλοτε οι μιντιάρχες , άλλοτε όλοι εκείνοι οι οποίοι σήμερα στην ελληνική πραγματικότητα προσωποποιούν το βαθύ ρήγμα αδικίας που διχάζει την ελληνική κοινωνία.
Εγώ θα ήθελα να τον ευχαριστήσω και {τον προτρέπω}να κάνει τις παρουσιάσεις των βιβλίων του όσο μπορεί περισσότερο, ας αφήσει αυτή την αγωνιστική… Εεε Αντώνη καλή η αγωνιστική αισιοδοξία, αλλά έχεις και μία αγωνιστική σεμνότητα στην οποία βλέπεις ότι πατούν πάνω κάποιοι αγύρτες και δημιουργούν όλες αυτές τις ψευδείς συνειδήσεις στους πολίτες. Παρουσίαζε τα βιβλία σου λοιπόν και δώσε το νόημα τους και το περιεχόμενο τους. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν ξέρουν τι έγινε στην δεκαετία του ’60, δεν ξέρουν τι έγινε στην δεκαετία του ’70. Και η μεγαλύτερη υποκρισία του κράτους το οποίο περιγράφεις, είναι ότι μία εφτάχρονη εκτροπή δικτατορίας στρατιωτικής την βάφτισε μετά βαΐων και κλάδων στιγμιαίο. Εφτά χρόνια έχουν χαρακτηρισθεί θεσμικά στιγμιαίο. Η μεγαλύτερη υποκρισία επίσης είναι, ότι έχουν βάλει τον φάκελο της Κύπρου στο αρχείο και επίσης η μεγάλη υποκρισία είναι ότι ουδέποτε κανείς εζήτησε, ουδέποτε κανείς ανέλαβε ευθύνη για τίποτε. Κανείς δεν έχει αναλάβει σήμερα ευθύνη για τίποτε. Όσες υποθέσεις περιφέρονται στην δικαιοσύνη, περιφέρονται… Είδατε κάποιον να αναλαμβάνει ευθύνη ρητά; Αναλαμβάνω την ευθύνη για αυτό; Τελείωσα.
Περί Δικαιοσύνης και άλλα τινά από τον Πρόεδρο του ΔΣΑ
1 Οκτωβρίου, 2015΄΄Η Δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα»
Παρουσίαση από τον Βασίλη Αλεξανδρή, Πρόεδρο Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Βιβλιοπωλείο Ιανός 29/4/2015
(Σημείωση: Και εδώ ισχύουν όσα εισαγωγικά καταγράφονται στην χθεσινή ανάρτηση του κειμένου του Μοσχοβάκου στην ίδια εκδήλωση του Ιανού με διοργανωτή τις εκδόσεις Παπαζήση)
Κυρίες και κύριοι βεβαιωθείτε ότι διακατέχομαι από δύο συναισθήματα. Το ένα είναι του οφείλοντος να «αποτιμήσει», εντός εισαγωγικών, ένα συγγραφικό έργο και το δεύτερο είναι να τιμήσω τον συγγραφέα, διότι αποτέλεσε φωτεινό φάρο σε μία περίοδο ισοπέδωσης, σιωπής, συρρίκνωσης και ανελευθερίας. Και το παράδειγμα αυτό του Κακαρά το βίωσα σε μία ηλικία, είναι μελαγχολική η διαπίστωση, όταν δεν είχα τελειώσει ακόμα το γυμνάσιο.
Είχα την χαρά και την τύχη, δεν είναι αντίστοιχο αυτό για τον τιμώμενο, ο αείμνηστος πατέρας μου Στάθης Αλεξανδρής, να είναι υπερασπιστής του στο Ναυτοδικείο και το Αναθεωρητικό Δικαστήριο Αθηνών σε μία εποχή που δεν υπήρχαν δικονομικά δικαιώματα. Δεν υπήρχαν συνταγματικές ελευθερίες. Που δεν ήταν εξασφαλισμένο το δικαίωμα του κατηγορουμένου να απολογείται όπως εκείνος κρίνει. Ούτε ήταν επιτρεπτό στην υπεράσπιση του να χρησιμοποιήσει όποιο επιχείρημα επέλεγε.
Ο Κακαράς σε μία νεαρή ηλικία, νεαρός αξιωματικός, στο Ναυτοδικείο, Πειραιώς. Πρέπει να σας πω λοιπόν ότι η βιωματική εμπειρία του πατέρα μου ως υπερασπιστή του, μεταδιδόταν καθημερινά στο σπίτι, μετεφέρετο. Γιατί κακά τα ψέματα, δεν ήτανε συχνό το παράδειγμα εν ενεργεία αξιωματικός να καπελώνει με το τάβλι το έμβλημα της 21ης Απριλίου, ένστολος ων. Ήτανε ένα ξεχωριστό, φωτεινό παράδειγμα το οποίο συντάραξε και την ελληνική κοινωνία αλλά και την διεθνή κοινή γνώμη.
Γιατί τότε άρχισαν να υπάρχουν τα πρώτα ρήγματα, ότι υπάρχει αντίσταση και αντίδραση μέσα στο στρατιωτικό χώρο, μέσα στο χώρο του Ναυτικού σε σχέση με την αποδοχή ή μη του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.
Με αυτή την εικόνα, όταν έμαθα ότι πρόκειται να εκδώσει βιβλίο, είχα την εντύπωση ότι το πόνημα του θα αφορούσε τα περί την δίκη, το περιστατικό, το εάν του συμπαραστάθηκαν οι συνάδερφοι του, πόσοι ήρθανε ως υπερασπιστές στο Ναυτοδικείο, ποια ήτανε η συλλογική του εμπειρία. Υπήρξε, νομίζω, πάρα πολύ σιωπηλός και σεμνός, και πολύ σωστά το επεσήμανε ο εκλεκτός μου φίλος και συνάδελφος ο Νίκος ο Κωνσταντόπουλος, γύρω από αυτά τα κεντρικά θέματα της ζωής του, που ασφαλώς τον σημάδεψαν.
Έτσι λοιπόν σήμερα καλούμαι, χωρίς να αγνοώ την προσωπικότητα του συγγραφέα, να κάνω μόνο μερικές πολύ σύντομες επισημάνσεις για το βιβλίο που φέρει τον τίτλο ‘Η δικαιοσύνη σου, δικαιοσύνη εις τον αιώνα’. Έχει εμπειρία απονομής δικαιοσύνης ο Αντώνης Κακαράς.
Στο μυθιστόρημα αυτό δύο οι κεντρικοί ήρωες: ο Κωνσταντίνος Λάδας που έχει μότο της ζωής του είσαι ότι δηλώσεις, και πιστεύω ότι είναι αυτό που οι άσχετοι λένε κακό, αυτό προσδιορίζει τους κακούς ηγέτες, αυτό είναι η κινητήρια δύναμη, ο κυρίαρχος της ζωής. Και ο Γιάγκος ο αντίδικος του Λάδα, που είναι ένας άνθρωπος συνετός, αδιαπέραστος από ανηθικότητες και άτρωτος από δυσκολίες, που πιστεύει ότι μπορεί ακολουθώντας το γράμμα του νόμου, να οδηγήσει σε αίσιο πέρας τις διεκδικήσεις του.
Σημειώνω ότι η υπόθεση Λάδα, κατά την διήγηση του συγγραφέα, ξεκίνησε το ’93 και έκλεισε μετά από 11 χρόνια, αυτός είναι ο ταχύς δρόμος της δικαιοσύνης. Δύο επισημάνσεις του νομίζω ότι πρέπει να ακουστούν: «Σκέψου τώρα, εσύ ακριβοδίκαιε αναγνώστη, αν προσφεύγοντας σε θεσμούς όπως η δικαιοσύνη εκφραζόμασταν ελεύθερα και άνετα, σκέψου πόσο πιο όμορφος θα μας φαινόταν ο κόσμος, πόσο θα αποφορτιζόταν το κλίμα εν γένει και πόσο θα εξαλειφόταν η δικομανία που μας χαρακτηρίζει, γιατί τότε θα πετυχαίναμε το δίκιο μας επιχειρηματολογώντας μόνοι μας, με ελεύθερο, ωραίο, εκφραστικό λόγο, και θα καταφεύγαμε και σε πράξεις ανακουφιστικές της ψυχικής μας ταραχής και οργής, αν δεν απέδιδε αυτός ο τρόπος. Δυστυχώς δεν γίνεται έτσι. Αλλά του λόγου μας ως συντάκτες τούτου του έργου βλέπουμε πίσω από τις γραμμές και μέσα στους ήρωες μας, πώς να το κάνουμε δηλαδή, αφού κρατάμε το μαχαίρι και κόβουμε το πεπόνι μόνοι μας.»
Σε μία δεύτερη αποστροφή του λόγου του είναι αποκαλυπτικός, «Και τούτο διότι η υπόθεση Λάδα ξεκίνησε μεν, καθώς είδαμε, να εξετάζεται στο ποινικό της μέρος το ’93, έκλεισε δε καθώς θα δούμε, μετά έντεκα και παραπάνω συναπτά έτη κατά τα έγγραφα του φακέλου, που μας ήρθε στη μούρη ανενδοιάστως με ένα ουφ του Γιάγκου ΄΄επιτέλους, γαμήθηκα αλλά τον γάμησα τον κερατά ΄΄. Έντεκα χρόνια στα δικαστήρια, μάλιστα κύριε Έντεκα χρόνια για να τελεσιδικήσει. Αν, λέμε αν, δε μας περιμένει κάποια έκπληξη, κατ’ αυτάς. Νάτο πάλι το ‘αν’ , διότι το πειθαρχικό, ακόμα τώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, δεν έχει λήξει. Να μην αναγνωρίσουμε λοιπόν και την περίπτωση αυτή ως θρίαμβο της αναγκαιότητας του κακού, ως στοιχείου για να ξεχωρίζει το καλό; Ιδού και η διδαχή εκ του δικαιακού μας συστήματος.»
Βαθύτατος, σοβαρός, άμεσος και κυρίως επίκαιρος ο προβληματισμός για την αμεσότητα απονομής της δικαιοσύνης και της ακεραιότητας των συνθηκών, υπό τις οποίες απονέμεται η δικαιοσύνη. Έχει σημασία ότι το κύριο μέρος του μυθιστορήματος είναι σε τρίτο πρόσωπο, αν και υπάρχουν τμήματα με διαλόγους μεταξύ των προσώπων. Σε κάποιο δε σημείο του βιβλίου ο συγγραφέας χρησιμοποιεί δεύτερο πρόσωπο απευθυνόμενος στον αναγνώστη, επιζητώντας την σιωπηρή συγκατάθεση του σε κάποιες σκέψεις περί δικαιοσύνης.
Ως προς το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο ‘Το γηροκομείο του παραδείσου’ , ο συγγραφέας με έκδηλο πάθος εκφράζεται μέσα από τα συναισθήματα των ηρώων του. Ξεκάθαρα εμπλέκεται σε κάθε αφήγημα, αφού η κριτική που ασκεί στα δρώμενα ξεπερνά τα όρια της καυστικότητας. Είναι προφανώς λάτρης της αυθάδειας, την χρησιμοποιεί ως ρομφαία, απομυθοποιώντας προσωπικά στοιχεία και βιώματα. Ο αναγνώστης πολλές φορές έχει την αίσθηση ότι εξαγνίζεται μέσα από αυτή την διαδικασία.
Με πρόθεση να εξοικειώσει τον αναγνώστη με το έργο του, προφανώς εσκεμμένα, επιλέγει δύσκολη μεν αλλά ελκυστική γραφή. Τοποθετείται εύστοχα και χωρίς δισταγμούς, αναλύοντας με λεπτομέρεια τις αποχρώσεις στις ψυχές των πρωταγωνιστών του. Είναι ρομαντικός και παράλληλα ρεαλιστής. Στροβιλίζεται με θέρμη ανάμεσα σε ανιαρές αλλά και σε περίπλοκες ενδιαφέρουσες καθημερινότητες.
Ο άνθρωπος της αντίθεσης αλλά και των αντιθέσεων και πάντα ο άνθρωπος της συνειδητής στάσης, καταφέρνει με εκλεπτυσμένη ευγένεια, με αγενή διατύπωση αλλά και με ακραίο θάρρος να αναδείξει στοιχεία αξιοπρέπειας και να μας πείσει πως, όπως λέει ο ίδιος, «Ζάλει θα πει να ‘σαι ζωντανός».
«Το γηροκομείο του παραδείσου», ένα καινούργιο βιβλίο με διηγήματα
18 Μαρτίου, 2015ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΠΑΠΑΖΗΣΗ
Με την έκδοση αυτή ο συγγραφέας συνεχίζει (μετά τους Φρουρούς της συκαμινιάς, του 2011) να βγάζει στην επιφάνεια μνήμες απλών ανθρώπων φερμένες απ’ τον μεγάλο πόλεμο μέχρι και σήμερα. Υπάρχει κάμποσος χρωματισμός… λογοτεχνική αδεία. Η φαντασία όμως του γράφοντος λειτούργησε λειψά εδώ, δεν χρειάστηκε εξάλλου.
Προβάλλονται κύρια ιστορίες που συμβαίνουν στον καθένα, γλαφυρά δοσμένες και κάμποσες απίστευτες… από κείνες που αποκαλούμε ηρωικές. Η οργή για το διαχρονικό άδικο πάντως κυριαρχεί στα γραφόμενα για τους αίτιους, με το έγκλημα που τις συνέπειές του βιώνει ο λαός μας μα… και άλλοι λαοί.
Το περιεχόμενο του τρίτου μέρους παρατίθεται όπως καταγράφτηκε τη δεκαετία του ‘90 σε συζητήσεις με μια γυναίκα, απλή, που ‘ζησε μέχρι το τέλος του περασμένου αιώνα με τη σοφία και την κουλτούρα της γενιάς της. Μέσα απ’ αυτές ανακαλύπτει κανείς (εκτός των… γεύσεων) κάποια ήθη, αλλά και μια πλευρά του καθημερινού αγώνα, κυρίως των Μανάδων… τουλάχιστον όσων έζησαν σε χωριό.
Η συγγνώμη που ζήταγε ο Κακαράς από τον επερχόμενο τότε εγγονό του με τους Φρουρούς της συκαμινιάς, επαναλαμβάνεται σήμερα και προς τον δεύτερο. Γιατί δεν βρήκαν τον κόσμο καλύτερο απ’ ότι η γενιά του τον πρωτογνώρισε. Και τους αφιερώνει το βιβλίο τούτο, χωρίς να κρύβει την πικρία του γιατί, ναι μεν το σύστημα, ο καπιταλισμός κλπ φταίνε, αλλά κι ο ίδιος κι η γενιά του κάπου επαναπαύθηκαν.
ISBN 978-960-02-3081-9, Σχήμα 21×14, Σελίδες 353, Τιμή: € 14,00 (δεν συμπερ. 6,5% ΦΠΑ),Έκδοση Αθήνα, Δεκέμβριος 2015
Και κάποιες διευκρινίσεις /προσθήκες στο Δελτίο Τύπου
- Να μην υποβληθούν στον εκδότη ευχαριστίες (εκτός της απορίας) που επιμένει να εκδίδει βιβλία του γράφοντος; Και βέβαια πρέπει, αλλά μη τυχόν και θυμηθεί πως κανένα δεν είναι ευπώλητο!
- Να διευκρινισθεί πως τα περισσότερα διηγήματα αναφέρονται σε πραγματικά γεγονότα.
- Οι ελευθεροστομία σε μερικά απ’ αυτά δεν ικανοποιεί μόνο την προτίμηση του δημιουργού τους στη ζωντανή γλώσσα (να το ονομάσουμε αυτό διαστροφή;). Αποδίδει διαλόγους και ατάκες που ο ίδιος άκουσε (από τις γυναίκες κυρίως που τις χρησιμοποιούν). Η Χαρίκλεια των Πατησίων και η Φοβερή Αντωνίτσα είναι υπαρκτά πρόσωπα και στην καθημερινότητά τους μιλούν κάπως έτσι, βγάζει βέβαια και ο δικός μας το κατιτίς του.
- Το περιεχόμενο του τρίτο μέρος τον απασχόλησε ιδιαίτερα. Κάποιες συνταγές είναι αυθεντικές από τη Μάνα του, εξ ου και η προσπάθεια να αποδώσει τη λαλιά της. Περιλαμβάνονται στην έκδοση αυτή γιατί κάτι προσφέρουν ακουμπώντας τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στον τόπο μας πριν και μετά τον Μεγάλο πόλεμο. Ο ίδιος ισχυρίζεται πως δένουν με τα υπόλοιπα.
- Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που εντάχθηκε στο βιβλίο και η μακροσκελής αφήγηση/περιγραφή της πορείας του μαλλιού, από το κούρεμα των «ζωντανών» (πρόβατα, γίδια) μέχρι την σύνθετη, πολυπλόκαμη και θαυμάσια λειτουργία του αργαλειού, μόνου μέσου (μαζί με το πλέξιμο) παραγωγής υφαντών για κάλυψη κάθε είδους ανάγκης για αιώνες. Συντροφιά ο αργαλειός στη μοναξιά και τον αγώνα της νοικοκυράς… αντάμα με το τραγούδι της (ακόμα και το σπαραξικάρδιο μοιρολόι… να μην αντέχεις το άκουσμά του). Σώπαιναν τότε όλα γύρω ν’ ακούσουν μαζί μ’ αυτό και τον αρχαίο ήχο της σαΐτας να πηγαινοέρχεται ακατάπαυστα υφαίνοντας κλωστές, ήχους, νότες… μνήμες πολύτιμες.
Η Δικαιοσύνη ποτέ δεν… ζορίζεται!!
2 Ιουλίου, 2014Απόσπασμα από το μυθιστόρημα (του γράφοντος) που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαζήση
Η δικαιοσύνη δικαιοσύνη εις τον αιώνα… (Ένας αισιόδοξος πολίτης)
…Η αντοχή των εκλεκτών λειτουργών της δικαιοσύνης αποδεικνύεται επαρκής για ν’ αντιμετωπίζουν τ’ αδύνατα και τ’ απλησίαστα για εμάς τους ανήμπορους πολίτες, τόσο ώστε να ‘χουν δουλειά και οι δικηγόροι βρε αδερφέ, πώς δηλαδή περιμένουμε να βοηθούν οι άνθρωποι τους διωκόμενους και τους διώκτες στις προσπάθειές τους να απονέμεται το Δίκαιο αν αυτοί (οι δικηγόροι δηλαδή) δεν παίρνουν τα προς το ζην με το κάτι τις τους από τις αναβολές, καθόσον, αν υποθέσουμε πως η διεξαγωγή των δικών γινόταν γρήγορα, τότε και οι αποφάσεις θα ήταν βιαστικές με μεγάλα περιθώρια λάθους και οι μηνυτές θα καλομάθαιναν και θα κατέφευγαν συνεχώς σε καταγγελίες για να βρίσκονται σε συνεχή ικανοποίηση της μανίας τους για προβολή και γιατί όχι για να εκδικούνται κάθε αντίπαλο ή ακόμα και διαφωνούντα. Αυτό σημαίνει πως δε θα χρειάζονταν ούτε τόσοι δικαστές, ούτε αντίστοιχα το πλήθος των δικηγόρων οπότε, δεδομένης και της κραταιάς επί σειρά ετών κρίσης, ιδού η ανεργία και οι πρώτες παρενέργειες της κρίσης, με άμεση συνέπεια να επιδιώκουν τη θαλπωρή του βουλευτικού αξιώματος, ιδού επομένως γιατί συνωστίζονται προς τούτο στα κομματικά γραφεία για την εξασφάλιση μιας θεσούλας στα ψηφοδέλτια, να λοιπόν που εντοπίσαμε και μία από τις αιτίες που εκτινάσσεται στα ύψη η απαίτηση για πελατειακές σχέσεις πολίτη κράτους μέσω αυτών ακριβώς των αντιπροσώπων του έθνους και ορίστε και η διαφθορά, επόμενα η κατάληψη μιας από τις πρώτες θέσεις στον αντίστοιχο διεθνή πίνακα και πάει λέγοντας, ενώ…
Δικανική η γραφή περί των λειτουργών… ως άνω, είμαι σίγουρος πως το αντιληφθήκατε, άρα περιττή η συγγνώμη. Προσέξτε στη συνέχεια να δείτε τις θεμιτές και δίκαιες συνέπειες του δικαστικού μας πολιτισμού, όπως τις φανταζόταν από μεριάς του ο Λάδας , το παραθέτουμε μετά λόγου γνώσεως και τούτο.
Για μένα κάθε νίκη μέσω της δικαιοσύνης (που πετυχαίνω κόντρα στις συντηρητικές απόψεις της κοινωνίας περί δικαίου), μού αποδεικνύει την ακλόνητη πεποίθηση πως σωστά πράττω ό,τι πράττω, με αποτέλεσμα να μου επιτίθενται οι ηλίθιοι που πιστεύουν πως βλάπτονται από τις ενέργειες μου. Όσο μάλιστα κρατάει η ενασχόληση όλων αυτών των υπαλλήλων της συγκεκριμένης εξουσίας, τόσο με ικανοποιεί και με προτρέπει να συνεχίζω τον αγώνα μέσα από τις ατέλειωτες δυνατότητες για χρονοτριβή μέχρις εξαντλήσεως, τι λέω, μέχρις εξουθενώσεως των αντιπάλων ώστε, να περάσω μετά στην αντεπίθεση και να τους δείξω τι εστί βερίκοκο. Και όλ’ αυτά βεβαίως τα παρέχει το σοφό σύστημα σε κάτι λεβέντες όπως εγώ, αλλιώτικα θα ήταν αγνώμονες, οι μάγκες, αγνώμονες θα ήταν αφού γνωρίζουν καλά πως σε μένα οφείλουν την έλλειψη ανεργίας στον κλάδο τους. Για να μην πω πως ακριβώς σε μένα οφείλουν και τη δυνατότητα κάθε τρεις και λίγο να βγάζει κάποιος δικός τους μια απόφαση, πως αφού οι της άλλης εξουσίας, εξίσου μάγκες με τους ίδιους, διορίζουν κάποιον και του βάζουν αποδοχές μεγαλύτερες από του νούμερο ένα των δικαστικών, τότε… έ τότε γίνεται πάραυτα αποκατάσταση της ανωμαλίας.
Έτσι, συνεχίζει τη βαθειά του ανάλυση ο Λάδας, το αρμόδιο όργανό τους αποφασίζει άμεσα εν ολομελεία πως, επιτόπου και για τήρηση του Συντάγματος, θα πρέπει ο επικεφαλής δικαστής να παίρνει υψηλότερες αποδοχές από τον προηγούμενο, και έτσι πράττουν οι άνθρωποι με το ακόλουθο πανίσχυρο και δίκαιο σκεπτικό: «Συνταγματική επιταγή κύριε, είσαι παράνομος εσύ, το δημόσιο, ήτοι η εκτελεστική εξουσία, για όσο διάστημα θα υπάρχει έστω και ένας με υψηλότερες αποδοχές από τον επικεφαλής δικό μας. Επίσης νόμιμα και για τήρηση των ισορροπιών, όλη η κλίμακα του περήφανου Σώματός μας των δικαστών μέχρι και του τελευταίου τη τάξει θα πρέπει, και έτσι γίνεται, να αναπροσαρμόσουν και τις δικές τους αποδοχές ανάλογα!
Και φυσικά μην τολμήσει κανείς να προτείνει ή να απορήσει, ο ανόητος, γιατί αφού διαθέτουμε και την εξουσία και την αρμοδιότητα δεν προτιμάμε σε τέτοιες περιπτώσεις αντί να εκδίδουμε αποφάσεις για αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης με αναπροσαρμογή των μισθών όλων των δικαστικών, να προβαίνουμε σε έκδοση μιας άλλης, δήθεν δικαιότερης απόφασης, που θα κρίνει παράνομη και καταχρηστική τη σχετική της διοίκησης για θέσπιση τέτοιου μισθού ενός μη δικαστικού; Ωραία, αλλά δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα, καθόσον κάτι τέτοιο θα ήταν επέμβαση στις αρμοδιότητες άλλης εξουσίας και προφανώς δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα και τους Νόμους που δεν θεσπίζουμε, ως γνωστόν εμείς αλλά οι άλλες δυο εξουσίες».
Τέλεια μέχρι στιγμής, διαπιστώνει με ικανοποίηση ο Λάδας, μ’ αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται το Δίκαιο που συμπωματικώς είναι και πλέον ευχάριστο για τους λειτουργούς της δικαιοσύνης. Θα έλεγα – συνεχίζει καίτοι αισθάνεται μια κάποια πνευματική κόπωση από την προσπάθεια να μοντάρει το σκεπτικό, ώστε να προκύπτει ο σημαντικός ρόλος του στην αναβάθμιση και της εξουσίας αυτής – και ας με πουν πως το παρακάνω, ότι αυτή ακριβώς η θεσπισθείσα διάταξη στο Σύνταγμα είναι καθόλα ρηξικέλευθη και επαναστατική, αφού παρέχει στη μαχόμενη δικαιοσύνη ν’ αποδεικνύει και στ’ άλλα κράτη, που εθελοτυφλούν επί του προκειμένου, την αναγκαιότητα να κάνουν και αυτοί το ίδιο μ’ αυτόν τον ευχάριστο τρόπο… από την αρχαιότητα η χώρα μας διέσπειρε πολιτισμό και πνεύμα αθάνατο, είναι μια πρόσθετη συμβολή στην ανάπτυξη του δικαιακού πολιτισμού εις τις ανερχόμενες πλην καθυστερημένες κοινωνίες! Αυτές οι απόψεις, εκτός από μένα, πιστεύω πως κυριαρχούν σε προβληματισμένους και συνάμα σοφούς που καλύπτουν με εμβρίθεια τις αρμοδιότητες της ανώτατης δικαστικής ιεραρχίας…………………….
Η δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα… (Ένας αισιόδοξος πολίτης!)
24 Ιουνίου, 2014Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ το βιβλίο μου με τίτλο Η δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα και υπότιτλο Ένας αισιόδοξος πολίτης . Κάποιος με καλή πρόθεση θα μπορούσε να το προβάλει με λίγα λόγια όπως παρακάτω:
«Το κακό αλωνίζει στο μυθιστόρημα αυτό, και εξοργίζει. Και τούτο γιατί η ταλαίπωρη Δικαιοσύνη καθυστερεί στην απονομή της καθηλωμένη από την πολυνομοθεσία και πελαγοδρομώντας στη δικομανία που μας διέπει. Παράλληλα, η δημόσια διοίκηση νοσεί, όσο δεν αποκόπτεται ο λώρος της από τα κυβερνώντα Κόμματα. Και αυτό επίσης εξοργίζει ενώ εξουθενωμένοι οι λειτουργοί της, καλούνται να υπηρετήσουν τους προσφεύγοντες, σε ρυθμό και γραφειοκρατία που τρελαίνει εκατέρωθεν.
Την ίδια στιγμή οι λίγοι εκλεκτοί (όπως και οι φορείς του κακού βεβαίως) υπερίπτανται άνετα των νόμων και στο χάος που επικρατεί επιτυγχάνουν ό,τι θέλουν.
Εν τούτοις εμφανίζεται κάπου – κάπου η Νέμεσις! Έστω μετά δέκα χρόνια, έστω με άσφαιρα πυρά! Μας αρκεί κάτι τέτοιο, ικανοποιείται έτσι το δημόσιο αίσθημα, σιγάζει η ΄΄κραυγή λαού΄΄;
Στο κείμενο στηλιτεύονται οι εξουσίες και η άσκησή τους. Ο αναγνώστης διαπιστώνει πως η υπόθεση μάλλον δεν του είναι ξένη. Ίσως έζησε και ο ίδιος κάτι παρόμοιο, σίγουρα εξοργίστηκε όχι μία και δύο φορές ζώντας καταστάσεις όπως οι περιγραφόμενες.
Η αισιοδοξία, τέλος, που εκπορεύεται από τον διώκτη του κακού και τους λιγοστούς συναγωνιστές του, δεν δίνει επαρκείς ελπίδες. Έτσι λειτουργούν οι θεσμοί της χώρας μας, όπως περιγράφεται στο βιβλίο. Και θα αναρωτιέται ο καλός πολίτης «είναι πράγματι μύθος ή πραγματικότητα;»
Ο Αρτέμης ο Λέλεκας… (απόσπασμα)
1 Ιουλίου, 2013Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα
(Απόσπασμα)
………………
Όρμισε το κορίτσι πάνω στο σώμα του λατρευτού της γονάτισε κι έσμιξε τα χέρια της μπρος στο στήθος της, άρχισε το πανοκόρμι να λυγίζει μέχρι που ακούμπησε το κεφάλι της στο δικό του το καταματωμένο, ύστερα ξεκίνησε κείνο το σκούξιμο που το επαναλάμβανε μέχρι που δεν μπορούσε κανείς ν’ ακούει χωρίς να κλαίει, ακόμα και κάποιες απ’ τις γυναίκες του «κύκλου» του Παπακατσίκα σα να λησμόνησαν τι είχαν κάνει νωρίτερα και ξεκίνησαν κι αυτές το μοιρολόι μαζί με τις άλλες τις δικές του, ένας ολοφυρμός που κανείς δε θυμότανε να ‘χε ακουστεί στο χωριό και τα γύρω μέρη. Αναγνώρισαν όμως σαν κάτοχοι από πάντα οι άνθρωποι το θρήνο που τον φυλάνε βαθειά μέσα τους οι γυναίκες κι όλα τα θηλυκά ζώα του κόσμου τούτου και τους βγαίνει σαν χάνεται γέννημα δικό τους και τότε μαθαίνουν πως κρύβεται αυτή η κραυγή για ό,τι προέρχεται απ’ τις ίδιες κι όχι μόνον για το δικό τους το χαμένο πλάσμα αλλά και των άλλων μανάδων, γιατί μόνον αυτές ξέρουν κι έχουν απ’ τη φύση το χάρισμα και να γεννούν και να πενθούν μ’ αυτόν τον τρόπο για του κορμιού τους το βλαστάρι, είτε γυναίκα είναι ή άλλη θηλυκιά ύπαρξη απ’ τα λοιπά τα όντα της γης, γιατί όλες είναι μανάδες κι αυτές μονάχα ξέρουν!
Ακουγόταν κι ένα βουητό που όλο υψωνόταν, δεν ήταν ακριβώς ήχος που τον γνώριζαν, κάτι άγνωστο και φοβερό εκτυλισσόταν και τότε το ανατρίχιασμα κι ο θρήνος μετατράπηκε σε τρόμο, το βουητό που όλοι κατάλαβαν πως ανήκε σ’ άλλους που δεν μπορούσαν να δουν, ενώθηκε με τον ολολυγμό, ήταν τόσο καθαρή η συμπυκνωμένη οργή, η κατηγόρια, η απειλή αντάμα, όλα μαζί σε μια μακρόσυρτη κραυγή, από μονιασμένες κι αμόνιαγες υπάρξεις να συντηρούν την τραγωδία καλύπτοντας το χώρο της ορχήστρας κι ακόμα παραέξω, συμμέτοχοι στο δράμα υπεύθυνοι κι ανεύθυνοι, φίλοι πολλοί κι εχθροί λιγότεροι….
Κανείς από τους πρόθυμους φονιάδες δεν έδωσε στον εαυτό του την ικανοποίηση, πως η δικιά του βολή ήταν εκείνη που έσβησε κάθε ελπίδα στον Αρτέμη να παίξει το ρόλο που του ‘χε η φύση αναθέσει… τη σκότωσαν αυτήν την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο για κάθε ζωντανό…
Άκουγε ο θαυμαστός νέος στο τέλεμά του τους ίδιους ήχους σαν έτρεχε στο δάσος ξέχωρα απ’ τους υπόλοιπους, είναι τυχερός όποιος διακρίνει το τραγούδι της φύσης, που άδουν κεφάτοι οι κάτοικοί του ζώα κάθε είδους, ψάρια των χειμάρρων, κοπάδια με τα κουδούνια τους, πουλιά στο κελάηδημα, φυτά και δέντρα και λουλούδια ανθισμένα και μη στην κίνησή τους απ’ τον άνεμο, ξυλοκόποι και διερχόμενοι, από ήχους μακρινούς και κοντινούς που συνθέτουν κάθε στιγμή τον συλλογικό μοναδικό παλμό της γης, των νερών και του αέρα μαζί μ’ ότι επιβιώνει και χαίρεται σ’ αυτήν… πολύ τυχερός όποιος ακούει το τραγούδι τούτο κι ακόμα πιο τυχερός όποιος το ‘χει στη μνήμη του!!
……………………………….
1 Ιουλίου, 2013
Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα
(Νίκος Μοσχοβάκος)
«Καταρχήν οι συγκυρίες των τελευταίων ημερών και τα γεγονότα, νομίζω ότι υπερβαίνουν οποιαδήποτε συγγραφική φαντασία. Ωστόσο εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να μιλήσουμε για ένα μυθιστόρημα, ένα ωραίο μυθιστόρημα που έχει γράψει ο φίλος μου ο Αντώνης ο Κακαράς, ο οποίος είναι ιδιαίτερης και αυξημένης κοινωνικής ευαισθησίας.
Ένα ηφαίστειο εκρήγνυται μέσα στον Κακαρά κι εκείνος υπομονετικά από την λάβα του φτιάχνει της γραφής του τα έργα. Απ’ ότι φαίνεται μάλιστα, είναι διαρκώς σ’ ενέργεια το ηφαίστειο. Έτσι έχουμε μια ασίγαστη παραγωγή. Η όποια αποτίμησή της είναι σίγουρο ότι θα γίνει στο χρόνο.
Ένα όμως είναι βέβαιο σήμερα. Ο συγγραφέας μάς καταθέτει την αλήθεια του. Όποιος μάλιστα έχει την τύχη να τον γνωρίζει, διαπιστώνει μ’ ευκολία και την ειλικρίνεια αλλά και την αγωνία του. Λέω αγωνία, γιατί πιστεύω ότι είναι απαραίτητο υλικό έκφρασης και δημιουργίας.
Θα ήθελα να πω ότι, όσον αφορά τα υφολογικά στοιχεία του γραψίματός του, πραγματικά με κάλυψαν και ο κύριος Στοφορόπουλος αλλά και η κυρία Λιάνα Κανέλλη που έφυγε. Είπαν πράγματα τα οποία ήταν εύστοχα και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν αυτά. Παραλείπω ορισμένα πράγματα γιατί πράγματι έδειξαν ότι πρόσεξαν ιδιαίτερα όλα τα υφολογικά στοιχεία και τα στοιχεία στίξης και τα λοιπά που αναφέρθηκαν.
Η ανάγνωση του μυθιστορήματος, για το συγκεκριμένο που μιλάω εγώ, με τον πολύ εύστοχο και συμβολικό τίτλο ‘Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα’, ξεναγεί σε μιαν άλλη όψη του ίδιου κόσμου που βιώνουμε καθημερινά. Άλλοτε μ’ έναν ανεπαίσθητο κι άλλοτε με ένα βαθύτερης τομής χιούμορ, διαφεντεύει και παρακολουθεί τη δράση των ηρώων του.
Σου δίνει την εντύπωση ότι απομαγνητοφωνεί τις μαρτυρίες μιας ολόκληρης ζωής, που μοιραία κουβαλά μέσα του και θέλει να μας κάνει κοινωνούς.
Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σ’ ένα κεφαλοχώρι της ελληνικής επαρχίας, που ο ίδιος το ονομάζει με τη χαρακτηριστική ονομασία «Μεγαλοχώρι». Σημειωτέο ότι ψάχνοντας να βρω πόσα Μεγαλοχώρια υπάρχουν στην Ελλάδα, διαπίστωσα ότι υπάρχουν έξι. Και όταν το είπα πριν από λίγο στον Αντώνη μου είπε ότι δεν ήτανε κανένα από τα έξι, ήταν το δικό του Μεγαλοχώρι, το οποίο ας το κρατήσει μυστικό, είναι το Μεγαλοχώρι του μυθιστορήματός του.
Η δράση χρονικά πραγματοποιείται κυρίως μετά το 1944, που ίσως είναι και η χρονολογία γέννησης του Αρτέμη. Συνομήλικος του συγγραφέα δηλαδή. Ο Αρτέμης είναι ένα ιδιαίτερης συμπεριφοράς και κοσμοθεωρίας πρόσωπο.
Ο Κακαράς με μια χαρακτηριστική φράση δίνει την ταυτότητα του ήρωα και καλύτερα να την δώσει ο ίδιος «Ο Αρτέμης ο Λέλεκας είχε το χάρισμα να γνωρίζει τη θέση του μεταξύ των άλλων ζώων.» Ξέρετε πόσο δύσκολο πράγμα είναι αυτό; «Ξέρει τα μυστικά των ζώων και των ανθρώπων». Αυτό δα αν είναι και πολύ δύσκολο. Είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για ένα χαρισματικό άτομο και λόγω της κατασκευής του, μακριά άκρα και λαιμό, τον αποκαλούν Λέλεκα.
Ήρθε σ’ έναν κόσμο δεδομένο. Θυμάμαι σ’ αυτό το σημείο τους εξαιρετικούς στίχους του πολύ σπουδαίου – που δεν έχει την θέση που του πρέπει – ποιητή Γ.Θ. Βαφόπουλου. Είναι από το ποίημά του το Δάπεδο και λέει ο Βαφόπουλος : Άσπρα και μαύρα πλακάκια σ’ εναλλασσόμενη τάξη την επαφή των βημάτων μου δέχονται. Στο διορισμένο μου δάπεδο τούτο παίζω σαν ένα παιδί προσπαθώντας μοναχά τις λευκές να πατώ επιφάνειες. Δύσκολη άσκηση ακροβασία περίτεχνη… Και σταματώ σε αυτό το απόσπασμα για να μην σας απογοητεύσω εν συνεχεία.
Αυτό ακριβώς κάνει και ο Αρτέμης του Κακαρά, σε όλη την διάρκεια της ζωής του, εξασκείται στην περίτεχνη ακροβασία. Μέσα στην αποκοτιά και την ιδιαιτερότητά του εμπεριέχεται μεταξύ των άλλων η ικανότητα να επικοινωνεί, πολλές φορές να θεραπεύει και οπωσδήποτε να συμβιώνει αρμονικά με τα ζώα. Κάθε είδους. Πουλιά, κατσίκια, λαγούς, αγριογούρουνα, κοκόρια, κότες, φίδια, ακόμα και ψείρες. Είναι απόλυτα εναρμονισμένος με τον φυσικό κόσμο.
Οι δυσκολίες του εντοπίζονται σε σχέση με τον κοινωνικό του περίγυρο. Φαρισαίοι και έκδηλα υποκριτές αλλά και ταπεινοί και καταφρονημένοι, ρέουν μέσα στον χρόνο και τον χώρο που βρέθηκαν, μ’ αδυναμίες, κουτοπονηριές, τεχνάσματα, συμφεροντολογικές συμπεριφορές, αλλά και μικρά παιχνίδια εξουσίας. Όσο τους παίρνει, διαμορφώνουν το απεχθέστατο κοινωνικό τοπίο του Μεγαλοχωρίου.
Το απεχθέστατο κοινωνικό τοπίο των ημερών μας. Στο βιβλίο διεξοδικά προσφέρονται οι μικρές και πιο μεγάλες ιστορίες του καθένα ξεχωριστά. Και συμβολίζουν, καθώς διαπλέκονται όλα τα σπουδαία που γίνονται κάθε μέρα τριγύρω στον μεγάλο προβεβλημένο καθημερινό μας κόσμο.
Ο Αρτέμης ο Λέλεκας όμως αισθάνεται πολύ άνετα ανάμεσα στα ζώα. Δεν απαιτείται παρά μόνο μια φυσική αβίαστη έκφραση, για να συμβιώσει ανάμεσά τους.
Με την αγέλη των ανθρώπων υπάρχουν οι δυσκολίες. Τους αντιμετωπίζει με την πανοπλία της αγάπης και της προσφοράς.
Έχει μια μοναδική αίσθηση της φυσικής δικαιοσύνης. Αυτό όμως είναι ενοχλητικό. Τον σημαδεύει, τον εκθέτει, τον κάνει αποδιοπομπαίο. Έτσι το τέλος του είναι περίπου αναμενόμενο. Είναι το τέλος του κάθε επαναστάτη, του κάθε μεταρρυθμιστή, του κάθε αγωνιστή, του κάθε χαρισματικού.
Η υπεροχή του είναι τελικά βάση μομφής και κατηγορίας. Ποιος την στοιχειοθετεί, την διακηρύσσει και την απευθύνει; Μα φυσικά ο ένας απ’ τους δύο παπάδες του χωριού, ο «γνήσιος» εκπρόσωπος του Θεού στο Μεγαλοχώρι. Ο Παπακατσίκας, όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούν. Έτσι οδηγείται στο ανάθεμα και το λιθοβολισμό, ακόμα κι απ’ αυτούς που ευεργέτησε.
Το «προσήκον» τέλος του Αρτέμη όμως είναι μια παροδική απογοήτευση του αναγνώστη. Γιατί πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει το φάντασμά του. Υπάρχει η διαιώνιση της ελπίδας πως κάτι θ’ αλλάξει. Ο απόηχος κάθε επαναστατικής συμπεριφοράς είναι το μέλλον της ανθρώπινης ιστορίας.
Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος στο βιβλίο μεταξύ των αγαπημένων και σε άλλα βιβλία του συγγραφέα, γάτας και βατράχου: «Και λέει κατσούφικα η γάτα στη συχνή πια συντροφιάς της στο βάτραχο…» τί συχνή…, αυτή είναι αιώνια συντροφιά, στα βιβλία του η γάτα και ο βάτραχος πάντα έχουν διαλόγους, «…ρε συ μου φαίνεται πως βρισκόμαστε λίγο πριν απ’ το τέλος των ανθρώπων. Τι θα κάνουμε χωρίς αυτούς, μου λες εσύ που μου ‘μαθες κιόλας να μιλάς; Κι εκείνος χωρίς να δείχνει ικανοποιημένος για την παραδοχή της φίλης του, απάντησε μάλλον μελαγχολικά. Δεν είμαστε προ του τέλους των ανθρώπων αγαπητή μου, απλά αυτοί βαρέθηκαν ο ένας τον άλλον κι όλοι μαζί τον πλανήτη μας, και ξέρεις κάτι, συμπλήρωσε με εμβρίθεια, τέτοιοι που είναι, ίσως να ‘μαστε καλύτερα χωρίς αυτούς…»
Λέτε να λένε αυτά τα ζώα; Ο Κακαράς έτσι τα βλέπει. Δεν υπάρχει χρόνος για να επισημανθούν κάποιες πολύ ωραίες σελίδες του μυθιστορήματος, όπως παραδείγματος χάρη το μεγαλοπρεπές κουτσούλισμα των επισήμων από τα περιστέρια στην παρέλαση του Μεγαλοχωρίου.
Γίνεται η παρέλαση του Μεγαλοχωρίου και εκ θαύματος τα περιστέρια κουτσουλάνε πάνω από τους επίσημους και τους βρωμίζουνε. Και βέβαια γι’ αυτά φταίει ο Αρτέμης, ποιος άλλος φταίει; Αυτός είχε τις ικανότητες να κάνει αυτά τα πράγματα!
Οι περιγραφές του Κακαρά έχουν μια δήθεν ανώδυνη θεώρηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι εμποτισμένες με την ένοχη δράση και την αμαρτωλή συμπεριφορά των ηρώων του. Οι εκ πρώτης όψεως βατοί προβληματισμοί του κρύβουν στο βάθος τους μια ανήσυχη φιλοσοφική αφετηρία.
Για να δίνει το μέτρο των πραγματικών και των ενεργειών των δρώντων στο βιβλίο του, δεν παραλείπει να αναφέρεται συχνά ή αραιότερα στους αγαπημένους του μονίμως παρόντες στα γραφτά του Παχώμιο, Γρίβα, βάτραχο και γάτα που προαναφέραμε, ακόμα και σε μένα και το χωριό μου, που έχει μεγάλο πρόβλημα με την βόσκηση των ισχνών αγελάδων που καταστρέφουν τα πάντα. Αυτά όλα τα βάζει στο βιβλίο του σαν μέτρο σύγκρισης.
Τόσο οικείος είναι ο συγγραφέας και αυτά που αναφέρει τόσο καταληπτά απ’ όλους τους φίλους και γνωστούς του. Για τους υπόλοιπους αναγνώστες όλα αυτά εντάσσονται στην μυθιστορηματική του αφήγηση που θα την παρακολουθήσουν μ’ ανάλογο, είμαι σίγουρος, ενδιαφέρον.
Γιατί ο Κακαράς πάνω απ’ όλα είναι, όπως είπα στην αρχή, κοινωνικά ευαίσθητος, ειλικρινής, είναι τίμιος, ντόμπρος και το έχει αποδείξει στην ζωή του.